Νέο ρεκόρ σημειώνει κάθε μήνα η χρήση καρτών στις συναλλαγές, καθώς οι φορολογούμενοι εξοικειώνονται όλο και περισσότερο με την ιδέα του «πλαστικού χρήματος». Την ίδια τάση ακολουθεί και η ζήτηση για την τοποθέτηση τερματικών αποδοχής καρτών από εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες, τους οποίους ένας μόλις μήνας χωρίζει από την καταληκτική ημερομηνία που έχει θέσει το υπουργείο Οικονομικών για την υποχρεωτική εγκατάσταση POS.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Καθημερινής της Κυριακής», τα στοιχεία δείχνουν ότι o τζίρος της αγοράς σε τερματικά μηχανήματα POS το πρώτο πεντάμηνο του έτους αυξήθηκε κατά 30% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα και έφτασε τα 9,5 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 7,8 δισ. ευρώ αφορούν συναλλαγές με κάρτες που έχουν εκδοθεί από ελληνικές τράπεζες, χωρίς δηλαδή την κατανάλωση που προέρχεται από τον τουρισμό. Η τάση της αγοράς επαληθεύει τις προβλέψεις για συνολικό τζίρο άνω των 20 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2017, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια σημαντική κάλυψη της ιδιωτικής κατανάλωσης μέσω του «πλαστικού χρήματος», χωρίς σε αυτό να περιλαμβάνεται το σύνολο των ηλεκτρονικών συναλλαγών, δηλαδή και οι κινήσεις μέσω e-banking ή mobile banking. Η τάση αυτή εκδηλώνεται παρά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των πολιτών έχει ήδη καλύψει την υποχρέωση για την πραγματοποίηση του ύψους των συναλλαγών που εξασφαλίζει το αφορολόγητο, στο οποίο εντάχθηκαν άλλωστε όχι μόνο οι συναλλαγές σε σουπερμάρκετ, αλλά και οι πληρωμές λογαριασμών κοινής ωφελείας, κατεβάζοντας τον πήχυ για το αναγκαίο ύψος των εμπορικών συναλλαγών που «χτίζει» το αφορολόγητο.
Αν και το Δημόσιο δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει την εφαρμογή για την άμεση και απευθείας ενημέρωση κάθε φορολογουμένου για το ύψος του αφορολογήτου που επιτυγχάνει κάθε φορά που συναλλάσσεται ηλεκτρονικά, οι τράπεζες έχουν ήδη φροντίσει να ενεργοποιήσουν τη σχετική υπηρεσία, που αποτελεί πλέον έναν αξιόπιστο δείκτη για τον βαθμό ανταπόκρισης των πολιτών.
Σε ό,τι αφορά τον βαθμό εξοπλισμού των επιχειρήσεων με POS, σύμφωνα με στοιχεία από τις τράπεζες, η κάλυψη στα εμπορικά σημεία των μεγάλων αστικών κέντρων είναι σχεδόν καθολική και φθάνει ακόμη και το 95%. Εκτός από τις μεγάλες αλυσίδες που άλλωστε διέθεταν εδώ και χρόνια τερματικά, τη σκυτάλη τους τελευταίους μήνες έχουν πάρει όχι μόνο τα μικρά και μεσαία εμπορικά καταστήματα, αλλά και μικρομάγαζα, όπως τα πολυάριθμα καταστήματα ταχείας εστίασης στον δρόμο, οι φούρνοι, τα περίπτερα κ.ά. Από απόσταση ακολουθούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι με δεδομένο το χάσμα που τους χωρίζει σε σχέση με το εμπόριο στη δυνατότητα αποδοχής καρτών, έχουν κινητοποιηθεί το τελευταίο διάστημα, παίρνοντας το προβάδισμα στα νέα αιτήματα.
Πηγή γραφήματος : «Καθημερινή»
Τα πιο πρόσφατα στοιχεία από την αγορά για τον Ιούνιο φέρουν τη ζήτηση για νέα τερματικά να φθάνει ακόμη και τα 1.300-1.400 την ημέρα, υπερκαλύπτοντας τους ρυθμούς του πρώτου τριμήνου, όταν η ζήτηση ήταν περί 15.000 τον μήνα. Καθώς πλησιάζουμε τη 27η Ιουλίου, οπότε και λήγει η προθεσμία για την υποχρεωτική εγκατάσταση τερματικών, η ζήτηση αυξάνεται καθημερινά, με συνέπεια ο στόχος για 420.000 τερματικά έως το τέλος του χρόνου να θεωρείται απόλυτα εφικτός.
Με μικρότερους ρυθμούς σε ό,τι αφορά τη ζήτηση ακολουθούν τα τεχνικά επαγγέλματα, όπως οι ηλεκτρολόγοι, οι υδραυλικοί, αλλά και πλήθος άλλων επαγγελματιών, στους οποίους εντοπίζεται γενικευμένη φοροδιαφυγή και είναι και οι βασικοί κλάδοι που αντιστέκονται περισσότερο στην υποχρέωση όχι μόνο για τη δυνατότητα αποδοχής χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, αλλά και στη χρήση τους. Δίπλα σε αυτές τις κατηγορίες στοιχίζονται και πολλοί που, αν και ασκούν κανονικά το επάγγελμα, δεν διαθέτουν καν βιβλία και είναι ανύπαρκτοι για την εφορία και φυσικά για τα ασφαλιστικά ταμεία. Σε αυτές τις κατηγορίες θα κριθεί και η αποτελεσματικότητα του μέτρου, που βασικό στόχο έχει κυρίως τον περιορισμό της φοροδιαφυγής μέσω της μείωσης της χρήσης των μετρητών, δηλαδή την αντικατάσταση του φυσικού χρήματος με το «πλαστικό».
Πηγή: «Καθημερινή» – Ρεπορτάζ: Ευγενία Τζώρτζη