Ξεκινά η διαδικασία αποστολής των ειδοποιητηρίων του ΕΦΚΑ τα οποία θα περιλαμβάνουν το χαράτσι με τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές που θα πρέπει να καταβάλουν οι 1,6 εκατ. ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες.
Όπως αναφέρουν Τα Νέα, σήμερα (εκτός απροόπτου) επρόκειτο να τεθεί σε λειτουργία από το site του ΕΦΚΑ η εφαρμογή για την εκτύπωση των ειδοποιητηρίων πληρωμής ασφαλιστικών εισφορών.
Οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στις εισφορές τους με τον κωδικό Taxis και στη συνέχεια με τον ΑΜΚΑ και το ΑΦΜ τους. Θα ακολουθήσει αποστολή των ειδοποιητηρίων με μεγάλη καθυστέρηση, γεγονός που προδικάζει ότι θα δοθεί παράταση στην ημερομηνία πληρωμής που έχει οριστεί η 28η Φεβρουαρίου.
Υπενθυμίζεται ότι προβλέπεται η δυνατότητα μερικής καταβολής των εισφορών, δηλαδή όταν ο οφειλέτης καταβάλλει μόνο ένα τμήμα της μηνιαίας οφειλής, τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις θα επιβάλλονται μόνο στο ποσό που υπολείπεται κάθε φορά. Ο επιδιωκόμενος στόχος, σύμφωνα και με τον προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ, είναι η είσπραξη εσόδων ύψους 1,4 δισ. ευρώ μέσα στο τρέχον έτος.
Οι εισφορές για κύρια ασφάλιση και υγεία καθορίστηκαν με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του 2015. Τα ειδοποιητήρια αφορούν όχι μόνο στις εισφορές Ιανουαρίου, που πρέπει να πληρωθούν το αργότερο έως τις 28 Φεβρουαρίου, αλλά και αυτές του Φεβρουαρίου με καταληκτική ημερομηνία εμπρόθεσμης πληρωμής την 31η Μαρτίου 2017. Τα ειδοποιητήρια δεν περιλαμβάνουν εισφορές για επικούρηση και εφάπαξ, τις οποίες θα κληθούν να πληρώσουν αναδρομικά, πιθανότατα το επόμενο δίμηνο.
Διευκρινίζεται ότι η υποχρέωση της ασφάλισης και άρα η υποχρέωση πληρωμής εισφορών με το νέο καθεστώς για το 2017 γεννάται εφόσον υπάρχει ενεργό μπλοκάκι ή ενεργή επιχειρηματική δραστηριότητα από 1/1/2017 και μετά. Κατά συνέπεια, όσοι σήμερα δεν είναι ενεργοί δεν έχουν υποχρέωση καταβολής εισφορών.
Τα ειδοποιητήρια θα λάβουν όλοι όσοι ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, ακόμη και όσοι εξαιρούνταν από την ασφάλιση στον ΟΑΕΕ, όπως για παράδειγμα οι νέοι, μετά το 1993, ασφαλισμένοι που είναι μισθωτοί και διατηρούν παράλληλα δελτίο παροχής υπηρεσιών. Αρκεί να είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Οργανισμού (ΟΑΕΕ).
Στόχος των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του ΕΦΚΑ είναι να γίνει σε πρώτη φάση η αποστολή 80.000 ειδοποιητηρίων καθημερινά. Ομως απώτερος σκοπός είναι μετά τους πρώτους μήνες λειτουργίας του νέου συστήματος καταβολής ασφαλιστικών εισφορών τα ειδοποιητήρια να μην αποστέλλονται, αλλά να αναρτώνται στην ιστοσελίδα του φορέα. Ετσι θα μπορούν οι ασφαλισμένοι στο μέλλον να κάνουν χρήση των κωδικών που έχουν στη διάθεσή τους και να βλέπουν τα νέα ειδοποιητήρια, αλλά και να τα εκτυπώνουν για να τα εξοφλήσουν.
Τα ραβασάκια με τις εισφορές είναι δισέλιδα, με πλήρη στοιχεία για το καθαρό φορολογητέο εισόδημα, τον ΑΜΚΑ, τις κρατήσεις ανά κλάδο, τη συνολική μηνιαία εισφορά που αναλογεί, καθώς και με 25ψήφιο κωδικό εντολής πληρωμής.
Εξάλλου περιλαμβάνουν τις τυχόν επιβαρύνσεις και προσαυξήσεις για όσους δεν θα καταβάλλουν τα αναγραφόμενα ποσά, όπως και τα πιστωτικά υπόλοιπα για εκείνους που θα πληρώνουν παραπάνω. Δεν περιλαμβάνονται βεβαιωμένες οφειλές έως τις 31/12/2016, καθώς αυτές με ευθύνη του ΚΕΑΟ θα αποστέλλονται στους οφειλέτες και θα αναρτώνται στους προσωπικούς τους ατομικούς λογαριασμούς.
Να σημειωθεί ότι η πρόσβαση στα στοιχεία και στο μητρώο του ΕΦΚΑ θα γίνεται με τους κωδικούς του Taxis, ενώ σε κάθε συναλλαγή θα αναγράφονται ο ΑΜΚΑ και ο ΑΦΜ. Η κατώτατη εισφορά για κύρια σύνταξη και υγεία για ελεύθερους επαγγελματίες (πρ. ΟΑΕΕ) και αυτοαπασχολουμένους (πρ. ΕΤΑΑ) καθορίζεται στα 167,95 ευρώ τον μήνα, για νέους επιστήμονες στα 108,17 ευρώ τον μήνα (για 0-2 έτη) και 120,47 ευρώ (για 3-5 έτη), ενώ για αγρότες στα 86,98 ευρώ τον μήνα.
Στα μπλοκάκια οι επιβαρύνσεις «καίνε» κυρίως τους νέους ασφαλισμένους, μετά το 1993, που είναι μισθωτοί και διατηρούν παράλληλα Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών. Η επιβάρυνση γι’ αυτούς αγγίζει το 27%, εφόσον υπάρχει εισόδημα στο μπλοκάκι. Αντίθετα, μικρό κέρδος θα έχουν – θεωρητικά – όσοι έχουν μόνο μπλοκάκι (πρώην ασφαλισμένοι σε ΟΑΕΕ ή ΕΤΑΑ) και δουλεύουν σε έναν ή δύο εργοδότες, αφού θα μοιραστούν το βάρος των εισφορών τους με τους εργοδότες τους (6,67% και 13,33% αντίστοιχα).