Έφυγε σε ηλικία 96 ετών η Βασίλισσα Ελισάβετ. Την είδηση του θανάτου της ανακοίνωσε επισήμως το Ανάκτορο του Μπάκιγκχαμ. «Η βασίλισσα Ελισάβετ της Βρετανίας έφυγε απόψε από τη ζωή, σε ηλικία 96 ετών» αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση. Η Ελισάβετ απεβίωσε στις 20:30 ώρα Ελλάδας.
Ο μεγαλύτερος γιος της, ο 73χρονος Κάρολος, γίνεται αυτομάτως βασιλιάς. Τα μέλη της βασιλικής οικογένειας είχαν σπεύσει στο πλευρό της Ελισάβετ, στο κάστρο Μπαλμόραλ της Σκωτίας, αφότου οι γιατροί εξέφρασαν νωρίτερα ανησυχία για την κατάσταση της υγείας της.
Το BBC ανακοίνωσε τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ και μετέδωσε τον εθνικό ύμνο.
Ήδη, εδώ και έναν χρόνο περίπου, η 96χρονη Ελισάβετ, αντιλαμβανόμενη το επερχόμενο τέλος και τις λιγοστές αντοχές της, είχε περιορίσει τις δραστηριότητες που προέβλεπε ο ρόλος της και τα καθήκοντά της ασκούνταν ουσιαστικά από επτά μέλη της βασιλικής οικογένειας. Οι συστάσεις των γιατρών για την επιβάρυνση της υγείας της και την ανάγκη ξεκούρασης δεν άφηναν άλλωστε πολλά περιθώρια. Όμως δεν ήθελε, ούτε θεωρούσε ότι υπήρχε νόημα να παραιτηθεί και να αποσυρθεί με αυτό τον τρόπο.
Ωστόσο, γιόρτασε το Πλατινένιο Ιωβηλαίο της, τα 70 χρόνια από την ανάρρησή της στον θρόνο, στις 6 Φεβρουαρίου 2022.
Η ουσιαστική απόσυρση της Ελισάβετ άρχισε πέρσι το φθινόπωρο, εν μέσω πανδημίας και με την ίδια να επιδεικνύει, μέχρι τότε αξιοζήλευτη προσήλωση στις υποχρεώσεις της Βασίλισσας, εκτελώντας ένα εξαιρετικά επιβαρυμένο καθημερινό πρόγραμμα. Ήταν όμως φανερό πια ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς. Όσο κι αν τη στεναχωρούσε αυτό. Όλοι αντιλαμβάνονταν ότι η αδάμαστη και «βιονική» γυναίκα που είχε γνωρίσει όλος ο κόσμος άρχιζε να αγκομαχά από την ταλαιπωρία των συνεχών επίπονων δημόσιων δεσμεύσεων, που προϋποθέτουν τη γαλαζοαίματη παρουσία της. Όσο κι αν είχε ήταν για δεκαετίες πιστή στο καθήκον, ανθεκτική και απροσπέλαστη σαν βράχος στις ακτές του Ντόβερ, το βάρος του χρόνου την επηρέαζε.
Το 2019 και ενώ είχε πατήσει τα 93, παρακολούθησε αυτοπροσώπως 295 δημόσιες εκδηλώσεις! Αν εξαιρεθούν οι γιορτές και οι θερινές διακοπές της, κατά μέσο όρο βρισκόταν «στο πόδι» από πέντε έως έξι φορές κάθε εβδομάδα!
Το περσινό καλοκαίρι, ήταν δύσκολο και πολύ διαφορετικό για την Ελισάβετ. Κάτι σαν απαρχή του τέλους. Αναχώρησε για τις εθιμικές θερινές διακοπές της, για πρώτη φορά χωρίς τον Φίλιππο, στο Κάστρο Μπαλμόραλ στο Αμπερντίν Σάιρ της βορειοανατολικής Σκωτίας -εκεί που άφησε την τελευταία της πνοή, σε ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας.
Η ζωή της αιώνιας βασίλισσας
Ο θάνατος του συζύγου της Φιλίππου ήταν το γεγονός που την στιγμάτισε. Ο δούκας του Εδιµβούργου έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο του 2021.
Από τότε, η πάντα δραστήρια και αεικίνητη βασίλισσα φαίνεται πως δυσκολεύεται να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, θλιµµένη προφανώς από την απώλεια, αλλά και καταβεβληµένη από µια πολυετή και γεµάτη θητεία, που σηµαδεύτηκε από ιστορικές αλλαγές στο παγκόσµιο στερέωµα, αλλά και προσωπικές απώλειες. Η µακροβιότερη µονάρχης στην ιστορία του Ηνωµένου Βασιλείου, αλλά και η µακροβιότερη βασίλισσα στην παγκόσµια ιστορία έγινε µάρτυρας, κατά τα πρώτα χρόνια που ήταν στον θρόνο, του µετασχηµατισµού της βρετανικής αυτοκρατορίας σε Κοινοπολιτεία των Εθνών.
Ακολούθησαν η κρίση στο Σουέζ, η σύγκρουση των Φόκλαντ, ο Πόλεµος του Κόλπου και γεγονότα ιστορικής σηµασίας για τη χώρα, όπως το Brexit. Ολα αυτά τα χρόνια, η Ελισάβετ δέχθηκε πολλές επικρίσεις, αλλά παράλληλα χειρίστηκε δύσκολα οικογενειακά θέµατα, σκάνδαλα και κρίσεις, όπως ο θάνατος της πριγκίπισσας Νταϊάνα και το πολύκροτο «διαζύγιο» του αγαπηµένου της εγγονού, Χάρι, µε το παλάτι. Παράλληλα, δηµιούργησε νέες πρακτικές για τη µοναρχία και έκανε βήµατα για να εκσυγχρονίσει τον θεσµό.
Η βασίλισσα Ελισάβετ φηµιζόταν για την καλή κατάσταση της υγείας της και, παρά την προχωρηµένη ηλικία της, εκτελώντας αδιαλείπτως τα δηµόσια καθήκοντά της. Το τελευταίο διάστηµα, ωστόσο, αναγκάστηκε να ακυρώσει σηµαντικά ταξίδια και προγραµµατισµένες οµιλίες.
Η Ελισάβετ Αλεξάνδρα Μαρία γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1926 στο Μέιφερ του Λονδίνου και είναι το πρώτο παιδί του Αλβέρτου, Δούκα της Υόρκης (μετέπειτα Γεωργίου ΣΤ΄), και της συζύγου του Ελισάβετ, Δούκισσας της Υόρκης (μετέπειτα Βασίλισσας Ελισάβετ). Ο πατέρας της ήταν ο δεύτερος γιος του Γεωργίου Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Μαρίας του Τεκ. Η μητέρα της ήταν η νεότερη κόρη του Σκωτσέζου αριστοκράτη Κλωντ Μπόους-Λάιον, 14ου Κόμη του Στράθμορ και Κίνγκχορν, και της Σεσίλια Κάβεντις-Μπέντινκ. Η Ελισάβετ γεννήθηκε, με καισαρική τομή, την Τετάρτη 21 Απριλίου 1926, στις 2.40 π.μ., στο σπίτι των παππούδων της στο Λονδίνο. Βαπτίστηκε στις 29 Μαΐου από τον Αγγλικανό Αρχιεπίσκοπο της Υόρκης, Κόσμο Γκόρντον Λανγκ, στο παρεκκλήσι των Ανακτόρων του Μπάκιγχαμ. Τα γενέθλιά της τα γιορτάζει και δεύτερη φορά, τον Μάιο ή τον Ιούνιο, χωρίς καθορισμένη ημερομηνία.
Πήρε τα ονόματα Ελισάβετ, προς τιμήν της μητέρας της, Αλεξάνδρα προς τιμήν της μητέρας του παππού της Γεωργίου Ε΄ και Μαρία προς τιμήν της μητέρας του πατέρα της. Κατά τη διάρκεια της παιδικής της ηλικίας, η στενή της οικογένεια συνήθιζε να την φωνάζει Λίλιμπετ.
Η Μαργαρίτα, η μοναδική αδερφή της Ελισάβετ, γεννήθηκε τέσσερα χρόνια μετά από εκείνη. Οι δύο πριγκίπισσες έλαβαν εκπαίδευση κατ’ οίκον, υπό την επίβλεψη της μητέρας τους και της γκουβερνάντας τους Μάριον Κρώφορντ, η οποία ήταν γνωστή ως Κρόουφι. Τα μαθήματα εστιάζονταν στην ιστορία, τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και τη μουσική. Το 1950 η Κρώφορντ δημοσίευσε μια βιογραφία της παιδικής ηλικίας της Ελισάβετ και της Μαργαρίτας, με τίτλο Οι Μικρές Πριγκίπισσες. Το βιβλίο περιγράφει την αγάπη της Ελισάβετ για τα άλογα και τα σκυλιά, την μεθοδικότητα και την υπευθυνότητα του χαρακτήρα της. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ σημείωσε ότι η Ελισάβετ στην ηλικία των δύο ετών είχε ένα αέρα κύρους και αντανακλαστικότητας που προκαλούν έκπληξη σε ένα νήπιο. Η ξαδέρφη της Μάργκαρετ Ρόουντς την περιέγραψε ως ένα κεφάτο μικρό κορίτσι, αλλά ιδιαίτερα λογικό και καλότροπο.
Το πρώτο επίσημο πορτραίτο της ολοκληρώθηκε σε ηλικία 7 ετών.
Διαδοχή
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του παππού της η Ελισάβετ ήταν η τρίτη στη σειρά της διαδοχής στον θρόνο, πίσω από τον θείο της Εδουάρδο, Πρίγκιπα της Ουαλίας, και τον πατέρα της Αλβέρτο, Δούκα της Υόρκης. Μολονότι η γέννησή της δημιούργησε δημόσιο ενδιαφέρον, δεν αναμενόταν να γίνει βασίλισσα, καθώς ο θείος της ήταν νέος και πολλοί υπέθεταν ότι θα παντρευόταν και θα αποκτούσε παιδιά. Το 1936, όταν ο παππούς της Γεώργιος Ε΄ πέθανε και ο θείος της τον διαδέχτηκε στο θρόνο ως Εδουάρδος Η΄, η Ελισάβετ πέρασε στη δεύτερη θέση στη γραμμή της διαδοχής, καθώς ο πατέρας της βρισκόταν στην πρώτη θέση. Αργότερα τον ίδιο χρόνο ο Εδουάρδος θα αναγκαστεί να παραιτηθεί, μετά την κρίση που θα ξεσπάσει ύστερα από πρόταση γάμου που έκανε στην διαζευγμένη Ουώλλις Σίμπσον. Κατά συνέπεια, ο πατέρας της Ελισάβετ έγινε βασιλιάς, και εκείνη έγινε διάδοχος του θρόνου. Αν οι γονείς της αποκτούσαν έναν γιο, κάτι που δεν έγινε, η Ελισάβετ θα έχανε την πρώτη θέση της διαδοχής.
Η Ελισάβετ έλαβε ιδιαίτερα μαθήματα στη συνταγματική ιστορία από τον Χένρυ Μάρτεν, αντιπρύτανη του Κολεγίου Ήτον, ενώ διδάχτηκε γαλλικά από γαλλόφωνες γκουβερνάντες που την είχαν αναλάβει.
Η δράση της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
Τον Σεπτέμβριο του 1939 η Βρετανία εισήλθε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε μέχρι το 1945. Κατά την διάρκεια του πολέμου, το Λονδίνο δέχτηκε ένα μεγάλο κύμα αεροπορικών βομβαρδισμών, και πολλά παιδιά απομακρύνθηκαν σε ασφαλέστερες τοποθεσίες. Η πρόταση του υψηλόβαθμου πολιτικού Ντάγκλας Χογκ για μεταφορά των δύο πριγκιπισσών στον Καναδά, απορρίφθηκε από τη μητέρα της Ελισάβετ, η οποία δήλωσε ότι η οικογένεια δεν θα φύγει ποτέ από τη Βρετανία. Ωστόσο οι πριγκίπισσες Ελισάβετ και Μαργαρίτα εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο Μπαλμόραλ της Σκωτίας μέχρι τα Χριστούγεννα του 1939, όταν και μετακινήθηκαν στην Οικία Σάντριγχαμ στο Νόρφολκ. Από το Φεβρουάριο μέχρι το Μάιο του 1940 έζησαν στο Βασιλικό Οίκημα των Ουίνδσορ, ώσπου εγκαταστάθηκαν στο Κάστρο Ουίνδσορ, όπου και πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος των επόμενων πέντε ετών του πολέμου. Στο Κάστρο Ουίνδσορ οι πριγκίπισσες ανέβαζαν έργα παντομίμας τα Χριστούγεννα προκειμένου να βοηθήσουν οικονομικά το έργο της μητέρας τους, η οποία είχε ιδρύσει ένα οργανισμό για τη δημιουργία στρατιωτικών ενδυμασιών. Το 1940 η 14χρονη Ελισάβετ έκανε την πρώτη της ραδιοφωνική εκφώνηση στο BBC, μέσω του οποίου απευθύνθηκε σε άλλα παιδιά που είχαν απομακρυνθεί από τις πόλεις. Σε ένα μέρος από αυτή την εκφώνηση είπε: Προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε τους γενναίους μας ναύτες, στρατιώτες και αεροπόρους, και προσπαθούμε, επίσης, να αποδείξουμε ότι συμμεριζόμαστε τον κίνδυνο και την λύπη του πολέμου. Ξέρουμε, όπως καθένας από εμάς, ότι στο τέλος όλοι θα είμαστε καλά. Το 1943, σε ηλικία 16 ετών, η Ελισάβετ πραγματοποίησε την πρώτη της δημόσια εμφάνισή, σε μια επίσκεψη στους φρουρούς Γρεναδιέρους, στους οποίους είχε διοριστεί συνταγματάρχης το προηγούμενο έτος. Καθώς πλησίαζαν τα 18α γενέθλιά της, η Ελισάβετ έγινε μέλος του Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση ανικανότητας ή απουσίας του πατέρα της στο εξωτερικό μπορούσε να αναλάβει επίσημα καθήκοντα. Τον Φεβρουάριο του 1945 εντάχθηκε στη βοηθητική υπηρεσία γυναικών, ως επίτιμη ανθυπολοχαγός (Second Subaltern). Εκπαιδεύτηκε ως οδηγός και μηχανικός και προήχθη πέντε μήνες αργότερα σε σε επίτιμη λοχαγός (Junior Commander).[24][25][26][27][28][29]
Στο τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, στις 8 Μαΐου 1945, οι πριγκίπισσες Ελισάβετ και Μαργαρίτα ανακατεύτηκαν ανώνυμα με τα πλήθη που πανηγύριζαν στους δρόμους του Λονδίνου. Η Ελισάβετ αργότερα δήλωσε σε μια συνέντευξη ότι η ίδια με την αδερφή της ήταν φοβισμένες μήπως αναγνωρίζονταν από τον κόσμο, ενώ όπως θυμάται όλοι γύρω της ήταν ευτυχισμένοι και ανακουφισμένοι για το τέλος του πολέμου.[30]
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, καταρτίστηκαν σχέδια για την καταστολή του Ουαλικού εθνικισμού συσχετίζοντας την Ελισάβετ στενότερα με την Ουαλία. Ουαλοί πολιτικοί πρότειναν να ονομαστεί η Ελισάβετ Πριγκίπισσα της Ουαλίας στο 18ο έτος της ηλικίας της. Η ιδέα αυτή υποστηρίχθηκε από τον υπουργό εσωτερικών Χέρμπερτ Μόρισσον, όμως απορρίφθηκε από τον Βασιλιά, επειδή θεωρούσε ότι ένας τέτοιος τίτλος μπορούσε να δοθεί αποκλειστικά σε αρσενικό διάδοχο του θρόνου και στη σύζυγό του. Το 1946 η Ελισάβετ επισκέφτηκε και συμμετείχε στο Ουαλικό φεστιβάλ Άιστεντφοντ στο οποίο ανακηρύχτηκε επίτιμη βάρδος.
Το 1947 η Πριγκίπισσα Ελισάβετ πραγματοποίησε το πρώτο της υπερπόντιο ταξίδι, συνοδεύοντας τους γονείς της στη Νότια Αφρική. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή προς την Βρετανική Κοινοπολιτεία για τα 21α γενέθλιά της, έκανε την ακόλουθη δέσμευση:
Δηλώνω ενώπιον όλων σας ότι ολόκληρη τη ζωή μου, είτε είναι μεγάλη ή σύντομη, θα είναι αφιερωμένη στην φροντίδα σας και την φροντίδα της μεγάλης αυτοκρατορικής οικογένειάς μας στην οποία όλοι ανήκουμε.
Γάμος
Η Ελισάβετ συνάντησε το μελλοντικό σύζυγό της, Φίλιππο πρίγκιπα της Ελλάδας και της Δανίας το 1934 και το 1937. Οι δυο τους μάλιστα είναι τρίτα ξαδέλφια μέσω της συγγένειάς τους με τον Χριστιανό Θ΄ της Δανίας, αλλά και μέσω της συγγένειάς τους με τη Βασίλισσα Βικτωρία του Ηνωμένου Βασιλείου. Μετά από μία άλλη συνάντηση στο Βασιλικό Ναυτικό Κολλέγιο του Ντάρτμουθ τον Ιούλιο του 1939, η Ελισάβετ, αν και μόλις 13 ετών, δήλωσε ότι είχε ερωτευτεί τον Φίλιππο, ενώ έπειτα ξεκίνησαν να ανταλλάσσουν επιστολές, κάτι που συνεχίστηκε για τα επόμενα επτά έτη. Ο αρραβώνας τους ανακοινώθηκε επίσημα στις 9 Ιουλίου 1947.
Ο αρραβώνας τους τότε δημιούργησε διαμάχη, καθώς ο Φίλιππος δεν είχε οικονομική ισχύ, ήταν γεννημένος σε άλλη χώρα και είχε αδελφές που είχαν παντρευτεί Γερμανούς ευγενείς με ναζιστικές διασυνδέσεις. Σημαντικό ήταν επίσης το γεγονός ότι ο πατέρας του Φιλίππου, Ανδρέας πρίγκιπας της Ελλάδας, είχε κριθεί συνένοχος από στρατοδικείο στην Ελλάδα για πράξεις που προκάλεσαν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η γκουβερνάντα της Ελισάβετ, Μάριον Κρώφορντ, έγραψε: «Μερικοί από τους συμβούλους του Βασιλιά δεν τον θεωρούν αρκετά καλό για εκείνη. Ήταν ένας πρίγκιπας χωρίς σπίτι ή βασίλειο…Πέρα από χαρούμενες, εκείνες οι φθινοπωρινές ημέρες πρέπει να ήταν για τη Λίλιμπετ γεμάτες από αμφιβολίες, γεμάτες από αμηχανίες, αβεβαιότητες και λύπες». Η μητέρα της Ελισάβετ είχε αναφέρει, σε μετέπειτα βιογραφίες της, ότι είχε αντιταχθεί σε αυτόν τον γάμο αρχικά, ενώ είχε δώσει στον Φίλιππο τον τίτλο «ο Ούνος». Μετέπειτα όμως είπε στον βιογράφο Τιμ Χελντ ότι ο Φίλιππος ήταν «ένας Άγγλος τζέντλεμαν».
Πριν από τον γάμο ο Φίλιππος αποποιήθηκε τους ελληνικούς και δανικούς τίτλους ευγενείας που κατείχε, προσηλυτίστηκε στον Αγγλικανισμό από την Ορθοδοξία και υιοθέτησε τον τίτλο Υπολοχαγός Φίλιπ Μαουντμπάττεν, λαμβάνοντας έτσι το επώνυμο της βρετανικής οικογένειας της μητέρας του. Λίγο πριν από τον γάμο πήρε τον τίτλο Δούκας του Εδιμβούργου και την προσφώνηση Αυτού Βασιλική Υψηλότητα.
Η Ελισάβετ και ο Φίλιππος παντρεύτηκαν στις 20 Νοεμβρίου 1947 στο Αββαείο του Ουέστμινστερ. Έλαβαν 2.500 γαμήλια δώρα και 10.000 τηλεγραφήματα από όλο τον κόσμο. Επειδή η Βρετανία δεν είχε ακόμη ανακάμψει πλήρως από την καταστροφή του πολέμου, η Ελισάβετ ζήτησε να χρησιμοποιηθούν κουπόνια για να αγοραστούν τα υλικά για το νυφικό της, το οποίο σχεδιάστηκε από τον Νόρμαν Χάρτνελ. Στη μεταπολεμική Βρετανία, δεν ήταν αποδεκτό για τον Δούκα Φίλιππο να έχει γερμανικές σχέσεις, ακόμα και με τις τρεις αδελφές του, οι οποίες δεν προσκλήθηκαν στο γάμο. Στον γάμο δεν προσκλήθηκε ούτε ο θείος της Ελισάβετ και πρώην βασιλιάς της χώρας, Εδουάρδος Η΄. Η Ελισάβετ και ο Φίλιππος απέκτησαν τέσσερα παιδιά.
Άνοδος στον θρόνο
Κατά τη διάρκεια του 1951, η υγεία του Γεωργίου ΣΤ΄ είχε επιδεινωθεί και η Ελισάβετ συχνά τον αντικαθιστούσε σε δημόσιες εκδηλώσεις. Όταν εκείνη περιόδευσε τον Καναδά και έπειτα επισκέφθηκε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν στην Ουάσινγκτον, τον Οκτώβριο του 1951, ο ιδιωτικός γραμματέας της, Μάρτιν Τσάρτερις, έφερε μαζί του μια πρόχειρη διακήρυξη ανόδου στο θρόνο της Ελισάβετ, σε περίπτωση που ο βασιλιάς πέθαινε ενώ εκείνη βρισκόταν στην περιοδεία. Στις αρχές του 1952 η Ελισάβετ και ο Φίλιππος σχεδίαζαν περιοδεία στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, ενώ βρίσκονταν στην Κένυα. Στις 6 Φεβρουαρίου του 1952 και ήταν ακόμα στην Κένυα, διαδόθηκε η είδηση για το θάνατο του Βασιλιά. Ο Φίλιππος ήταν αυτός που μετέφερε τα νέα στη νέα Βασίλισσα. Ο Μάρτιν Τσάρτερις της ζήτησε να επιλέξει όνομα για τη βασιλεία της, όμως εκείνη επέλεξε να κρατήσει το όνομα Ελισάβετ. Λίγο αργότερα ανακηρύχτηκε βασίλισσα, ενώ πλέον η επίσημη κατοικία της θα ήταν τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ.
Με την άνοδο της Ελισάβετ φαινόταν πιθανό ο βασιλικός οίκος να φέρει το όνομα του συζύγου της Μαουντμπάττεν, όπως είναι το έθιμο να λαμβάνει η σύζυγος το επώνυμο του άντρα της μετά το γάμο. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ και η γιαγιά της Ελισάβετ, η Βασίλισσα Μαρία, ήταν υπέρ της διατήρησης του ονόματος Ουίνδσορ ως προσδιοριστικό του βασιλικού οίκου, πείθοντας έτσι την Ελισάβετ να εκδώσει μια διακήρυξη την 9η Απριλίου 1952 με την οποία υπογραμμιζόταν ότι το Ουίνδσορ θα συνέχιζε να υφίσταται ως όνομα του βασιλικού οίκου. Ο Φίλιππος έπειτα διαμαρτυρήθηκε καθώς δεν μπορούσε να δώσει το επώνυμό του στα δικά του παιδιά. Το 1960, μετά το θάνατο της Βασίλισσας Μαρίας το 1953 και την παραίτηση του Τσώρτσιλ το 1955, αποφασίστηκε το επώνυμο Μαουντμπάττεν-Ουίνδσορ να δίνεται στους αρσενικούς απογόνους του Φίλιππου και της Ελισάβετ που δεν φέρουν βασιλικούς τίτλους.
Παρά το θάνατο της Βασίλισσας Μαρίας στις 24 Μαρτίου, οι διαδικασίες για την ενθρόνιση της Ελισάβετ συνεχίζονταν, όπως είχε ζητήσει και η Μαρία πριν το θάνατό της. Έτσι, στις 2 Ιουνίου 1953, σε τελετή που έγινε στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ, έγινε η ενθρόνιση, η οποία ήταν η πρώτη στέψη που μεταδόθηκε τηλεοπτικά σε όλο τον κόσμο, και η πρώτη απευθείας μετάδοση της EBU.
Ο Κάρολος είναι ο νέος Βασιλιάς της Βρετανίας
Μετά τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ, ο οποίος ανακοινώθηκε πριν από λίγο από το παλάτι του Μπάκιγχαμ, ο θρόνος τον οποίο υπηρέτησε για 70 χρόνια έχει νέο κάτοχο.
Τη στιγμή που πέθανε η βασίλισσα, ο θρόνος πέρασε αμέσως και χωρίς τελετή στον διάδοχο Κάρολο, τον πρώην πρίγκιπα της Ουαλίας.
Επόμενος στη σειρά, βρίσκεται ο μεγαλύτερος γιος του Καρόλου, ο Γουίλιαμ, ο σημερινός Δούκας του Κέιμπριτζ και σύζυγος της Κέιτ Μίντλετον, Δούκισσα του Κέιμπριτζ.
Ωστόσο, επειδή το πρωτόκολλο της διαδοχής έσπασε, το μεγαλύτερο παιδί του Γουίλιαμ και της Κέιτ, που γεννήθηκε το 2013, θα είναι επόμενος, μετά τον Γουίλιαμ, δηλαδή ο πρίγκιπας Τζορτζ. Αυτό θα ίσχυε είτε το πρώτο παιδί ήταν αγόρι είτε κορίτσι.
Αυτή η αλλαγή υιοθετήθηκε το 2011, όταν οι ηγέτες 16 χωρών της Βρετανικής Κοινοπολιτείας (συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, του Καναδά, της Τζαμάικας, της Νέας Ζηλανδίας και άλλων χωρών) συναντήθηκαν στο Περθ της Αυστραλίας και ψήφισαν ομόφωνα να αλλάξουν το πρωτόκολλο διαδοχής.
Προηγουμένως, οι κόρες μπορούσαν να κληρονομήσουν τον βρετανικό θρόνο μόνο εάν δεν υπήρχαν ζωντανοί γιοι.
Μετά τον πρίγκιπα Τζορτζ ακολουθούν τα αδέλφια του πρίγκιπα Τζορτζ, η πριγκίπισσα Σάρλοτ και ο πρίγκιπας Λούις.
Ο πρίγκιπας Χάρι είναι έκτος διαδοχής μετά την αποχώρησή του από τα βασιλικά του καθήκοντα και το ίδιος ισχύει και για τα παιδιά του Άρτσι και Λίλιμπετ.
Στη διαδοχή ακολουθεί ο γιος της βασίλισσας, ο Δούκας της Υόρκης, πρίγκιπας Άντριου, που βρίσκεται στην ένατη θέση στη σειρά της διαδοχής.
Ένας άλλος μακροχρόνιος κανόνας, που απορρίφθηκε το 2011 όριζε ότι κανένας κληρονόμος δεν θα μπορούσε να αναλάβει το θρόνο, εάν ο ίδιος ήταν ή είχε παντρευτεί Ρωμαιοκαθολικό.
Αυτός ο κανόνας βασίστηκε σε αιώνες θρησκευτικών διώξεων και πολέμων από τη βασιλεία του Ερρίκου VIII, ο οποίος διαχωρίστηκε από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, όταν χώρισε τη σύζυγό του, τη Βασίλισσα Αικατερίνη για να παντρευτεί την Άννα Μπόλεν.
Αλλά επειδή ένα από τα καθήκοντα του Βρετανού μονάρχη είναι να διευθύνει την Εκκλησία της Αγγλίας, ακόμη και σήμερα, κανένας Ρωμαιοκαθολικός δεν μπορεί να κατέχει το στέμμα.
πηγή: Parapolitika.gr