Οι μειώσεις εμμέσων φόρων δεν είναι στην ατζέντα της κυβέρνησης ως «εργαλείο» αποκλιμάκωσης των τιμών. Χαρακτηριστική περίπτωση το πετρέλαιο θέρμανσης, όπου η κυβέρνηση εκτιμά ότι η αύξηση κατά 20% του επιδόματος αρκεί για να μην «παγώσουν» τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Η αύξηση κατά 20% του επιδόματος θέρμανσης, μαζί με το νέο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, σύμφωνα με κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, αποτελεί τη βασική ασπίδα για την άμεση αντιμετώπιση του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας (πέρα από το «Εξοικονομώ»), που εν όψει ενός δύσκολου χειμώνα απειλεί πολλά ευάλωτα νοικοκυριά.
Φαίνεται ότι το παράδειγμα της άνοιξης του 2020, οπότε η κάθετη πτώση των διεθνών τιμών στο πετρέλαιο συμπαρέσυρε τις τιμές του πετρελαίου θέρμανσης, με αποτέλεσμα να εκτιναχθούν οι πωλήσεις και για πρώτη φορά μετά από χρόνια να «ζεσταθεί το κοκαλάκι» πολλών νοικοκυριών δεν αποτέλεσε οδηγό.
Έτσι παρά τη συζήτηση για το πώς οι μειώσεις στον ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης, στον ΦΠΑ σε καύσιμα (πετρέλαιο θέρμανσης, φυσικό αέριο) μπορεί να φέρει μείωση των τιμών και άρα περισσότερη πρόσβαση των ευάλωτων νοικοκυριών στη θέρμανση, η κυβέρνηση επιλέγει άλλο τρόπο για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Κι αυτός είναι η δημιουργία του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης και η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης στην ενέργεια είναι μια σημαντική πηγή εσόδων για τον κρατικό προϋπολογισμό, αν και βέβαια το ύψος τους λειτουργεί ως «καύσιμο» ανάπτυξης του λαθρεμπορίου με δυσμενέστερα αποτελέσματα για το κρατικό ταμείο. Με τις αυξημένες πωλήσεις το 2020, , ο ειδικός φόρος κατανάλωσης. Συνολικά από ενέργεια και καύσιμα οι ΕΦΚ αποδίδουν 4 δισ. ευρώ, όταν ενδεικτικά η «πίτα» της αγοράς ενεργείας μόνο στην Ελλάδα είναι 5 δισεκ. περίπου.
Πάντως, με δεδομένες τις μεγάλες ανατιμήσεις σε πετρέλαιο θέρμανσης και φυσικό αέριο, η αύξηση πχ. του κονδυλίου για το πετρέλαιο θέρμανσης δεν αναμένεται να οδηγήσει σε διεύρυνση της περιμέτρου προστασίας, καθώς μάλιστα δε θα αλλάξουν τα σχετικά εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για την ένταξη στο μέτρο.
Είναι ενδεικτικό ότι οι ανατιμήσεις, σε σχέση με τον περσινό Αύγουστο στο πετρέλαιο θέρμανσης φτάνουν το 28,9% ενώ στο φυσικό αέριο το 91%.
Στο μεταξύ με βάση τους αρχικούς υπολογισμούς και με δεδομένη τη δέσμευση για αύξηση κατά 20% του επιδόματος το συνολικό κονδύλι που θα διατεθεί από το προϋπολογισμό για τη σεζόν 2021-2022 θα ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ από 90 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Αυτό οδηγεί σε ένα μέσο επίδομα βάσης στα επίπεδα των 260 ευρώ από 220 ευρώ. Έτσι το ύψος τους επιδόματος από 80 έως 650 ευρώ που ήταν πέρυσι φέτος θα κυμανθεί από 96 έως 780 ευρώ, ποσό όμως που με βάση το σύστημα των «βαθμοημερών» αφορά περιοχές σε μεγάλο υψόμετρο και με μεγάλο δείκτη ψύχους.
Να σημειωθεί ότι το ύψος του επιδόματος προσδιορίζεται μέσα από το πολλαπλασιασμό του επιδόματος βάσης με τον συντελεστή επιδότησης του Ταχυδρομικού Κώδικα ανά οικισμό στον οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία και στη συνέχεια το ποσό προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε εξαρτώμενο τέκνο του δικαιούχου. Σημειώνεται ότι πέρυσι το επίδομα κυμαίνονταν από 80 έως 650 ευρώ ενώ φέτος αναμένεται να κινηθεί σε ψηλότερα επίπεδα.
Πάντως με βάση τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης που θα ξεκινήσει να διατίθεται από τις 15 Οκτωβρίου θα είναι 20% υψηλότερη από πέρυσι και προβλέπεται να κυμανθεί στο 1,05 ευρώ το λίτρο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, στο 1,10 ευρώ στην υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα και γύρω στο 1,20 – 1,25 ευρώ το λίτρο στα νησιά. Το φυσικό αέριο προβλέπεται ότι θα είναι ακριβότερο ακόμα και κατά 50% σε σχέση με πέρυσι λόγω του άλματος των διεθνών τιμών.
Υπενθυμίζεται ότι από πέρυσι επίδομα θέρμανσης μπορούν να πάρουν και όσοι ζεσταίνονται με καυσόξυλα, φυσικό αέριο και pellet.
Πηγή: 24 7 – Γιώργος Αλεξάκης