Άρθρο του Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννη Χατζηθεοδοσίου στο περιοδικό Οικονομική Επιθεώρηση, Μάιος 2021, τ. 1006.
Μετά από μήνες αναγκαστικής διακοπής λειτουργίας, επιτέλους το λιανεμπόριο άνοιξε, κάτι αναμφίβολα θετικό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι συνέχισε από εκεί όπου σταμάτησε. Οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης που έφερε η πανδημία έχουν αφήσει πολύ έντονο το «αποτύπωμά» τους, όχι μόνο στο λιανεμπόριο αλλά σε όλο το επιχειρείν. Και η «επόμενη μέρα» αναμένεται δύσκολη, αν δεν φροντίσουμε να γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες για τη διάσωση επιχειρήσεων.
Ειδικά για τον κλάδο του λιανεμπορίου (και με δεδομένα τα προβλήματα που ήδη υπάρχουν), εκτιμούμε ως Επιμελητήριο ότι είναι αναγκαίο ένα πρόγραμμα στήριξης ανάλογο με αυτό της εστίασης. Δηλαδή να δοθεί ως επιδότηση στον εμπορικό κόσμο κάποιο κεφάλαιο που θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την επανεκκίνηση των επιχειρήσεων του κλάδου. Όταν, για παράδειγμα, έχει μείνει κλειστό ένα κατάστημα ένδυσης όλο τον χειμώνα, χάνοντας τα έσοδα της εορταστικής περιόδου των Χριστουγέννων και των εκπτώσεων, πώς θα βρει τα χρήματα ο επιχειρηματίας για να προμηθευτεί καλοκαιρινό εμπόρευμα; Άρα, το θέμα δεν είναι να ανοίξουν απλώς όλα τα καταστήματα της χώρας αλλά και να μπορέσουν να δουλέψουν.
Πέραν όμως αυτής της έκτακτης οικονομικής βοήθειας, απαιτείται –για το σύνολο του επιχειρείν– το κούρεμα των οφειλών που δημιουργήθηκαν εν μέσω της πανδημίας και η δυνατότητα αποπληρωμής του υπολοίπου σε έως 120 δόσεις. Όλο αυτό το διάστημα, οι οικονομικές υποχρεώσεις επιχειρηματιών και επαγγελματιών έχουν μετατεθεί για λίγο αργότερα. Υπάρχει άνθρωπος με βασικές γνώσεις οικονομικών που να πιστεύει ότι το άνοιγμα ενός μαγαζιού σημαίνει ότι αυτόματα θα δώσει τη δυνατότητα στον επιχειρηματία να φανεί συνεπής στις υποχρεώσεις του; Αν δεν επιστρέψουμε σε μια κανονικότητα, αν δεν ορθοποδήσει η αγορά, ο τζίρος θα παραμένει χαμηλός. Ειδικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ήδη τεράστιο πρόβλημα βιωσιμότητας. Συνυπολογίζοντας και το ύψος του ιδιωτικού χρέους, που ξεπερνά τα 242 δισ. ευρώ, εύκολα καταλαβαίνει κάποιος το μέγεθος του προβλήματος. Αν δεν στηριχθούν τώρα κλάδοι όπως το λιανεμπόριο, τότε είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσει καταιγίδα λουκέτων και εκτίναξη των ποσοστών ανεργίας. Το θέμα δεν είναι συντεχνιακό αλλά βαθύτατα κοινωνικό. Όταν κλείνει μια επιχείρηση δεν χάνει τη δουλειά του μόνο ο επιχειρηματίας. Μένουν εκτός εργασίας οι υπάλληλοί του, οι προμηθευτές του θα έχουν λιγότερες παραγγελίες, το κράτος θα χάσει έσοδα. Όλα είναι μια αλυσίδα. Και αν σπάσει κάποιος κρίκος, η πίεση μεταφέρεται στο κοινωνικό σύνολο. Άρα, πρέπει η κυβέρνηση να δει με προσοχή το θέμα και να αποφασίσει το ψαλίδι στα χρέη. Εξάλλου, είναι κάτι που απασχολεί ήδη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς σε παρόμοια θέση με τις ελληνικές είναι πάρα πολλές ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και δεν αποκλείω η λύση να είναι συνολικά για όλα τα κράτη-μέλη.
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους είναι ότι οτιδήποτε σχεδιαστεί για το μέλλον θα έχει μακρόπνοη διάρκεια. Οπότε, απαιτείται και η μέγιστη δυνατή πολιτική συναίνεση. Οι συνέπειες της πανδημίας, που μοιάζουν με συνέπειες μετά από πόλεμο, αντιμετωπίζονται μόνο με συνένωση δυνάμεων από πολιτικά κόμματα, φορείς, πολίτες. Κανείς δεν μπορεί μόνος του να δώσει τη λύση και κανείς δεν πρέπει να μείνει μόνος του απέναντι σε αυτόν τον κυκεώνα. Μόνον έτσι μπορούμε να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες για το λιανεμπόριο και για την επιχειρηματικότητα στο σύνολό της.