Άλλαξε πλήρως το καθεστώς που διέπει τις αμοιβές εργαζομένων με Απόδειξη Επαγγελματικής Δαπάνης (τίτλοι κτήσης) από τις αρχές του έτους. Όσοι αμείβονται με τίτλους κτήσης θα καταβάλουν ασφαλιστικές εισφορές ύψους 20,28% ,13,33% στον ΕΦΚΑ για κύρια σύνταξη και 6,95% στον ΕΟΠΠΥ για υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές βαρύνουν τον αμειβόμενο με παραστατικό παρεχόμενων υπηρεσιών και αποδίδονται στον ΕΦΚΑ από τον εκδότη του παραστατικού.
Οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού που εκδίδεται αφού αφαιρεθούν ο φόρος (20%) και το τέλος χαρτοσήμου (3,6%). Για παράδειγμα αν κάποιος εργαζόμενος πρόκειται να λάβει αμοιβή 1000 ευρώ θα παρακρατηθούν 236 ευρώ για φόρο και χαρτόσημο. Στα 764 ευρώ που μένουν οι εισφορές 20,28% αντιστοιχούν σε 154,94 ευρώ κάτι που σημαίνει πως το καθαρό ποσό που θα εισπράξει ο εργαζόμενος είναι 609 ευρώ.
Υπενθυμίζουμε πως το όριο για όσους αμείβονται με τίτλους κτήσης είναι 10.000 ευρώ τον χρόνο κι όπως τονίζουν οι ειδικοί στόχος του νέου καθεστώτος είναι να κλείσουν τα παράθυρα που υπήρχαν. Κατά αυτούς αυτού του τύπου αμοιβές «έκρυβαν» υποκρυπτόµενη εξαρτηµένη σχέση εργασίας ή και υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΑΕΕ.
Με τα νέα δεδομένα αφαιρείται η δυνατότητα απασχόλησης στους συνταξιούχους οι οποίοι μπορούσαν να έχουν πρόσθετο εισόδημα. Στο εξής όποιος συνταξιούχος αμείβεται με τίτλο κτίσης θα υποστεί μείωση στη σύνταξή του ανάλογα με τις ώρες εργασίας που προβλέπονται στην σύμβασή του. Η σύνταξη μπορεί να περικοπεί έως και 60%.
Οι αμειβόμενοι με παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών – πωλήσεων απογράφονται στον ΕΦΚΑ πριν από την έκδοση του παραστατικού ενώ αν δεν αποδοθούν οι εισφορές εμπρόθεσμα επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και βαρύνουν τον εκδότη του παραστατικού.
Ο χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, αν δεν υπάρχει σύμβαση εργασίας, υπολογίζεται με βάση το πηλίκο της καθαρής αξίας του παραστατικού δια του ποσού που αντιστοιχεί στον εκάστοτε κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Στην περίπτωση που υπάρχει σύμβαση εργασίας με καθορισμένο αριθμό ημέρας ή ημερών απασχόλησης μέχρι 1 πλήρη μήνα ή 25 ημέρες ασφάλισης, ως χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται η ημέρα ή οι ημέρες που ορίζονται στη σύμβαση ανεξαρτήτως της διάρκειας της ημερήσιας απασχόλησης.
Γιώργος Δημοσθένους