Χιλιάδες Ελληνες μισθωτοί ή ελεύθεροι επαγγελματίες χωρίς να είναι αγρότες συνδέονται με ένα κομμάτι γης το οποίο τους εξασφαλίζει όχι μόνο ένα μικρό συμπληρωματικό εισόδημα, αλλά και την πεποίθηση ότι δεν έχουν αποκοπεί από τις ρίζες τους.
Ακόμα και σε αυτό το μικρό εισόδημα, όμως, που κατά παράδοση εισπράττει ένας στους τρεις Ελληνες, ο ΕΦΚΑ αποφάσισε να επιβάλει για πρώτη φορά ασφαλιστικές εισφορές. Σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΕΦΚΑ για την παράλληλη απασχόληση, οι ετεροεπαγγελματίες που έχουν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα (καλλιέργεια, ενοικίαση αγρού) το οποίο μέχρι σήμερα είχε μείνει στο απυρόβλητο είναι υποχρεωμένοι από 1/1/ 2017 να καταβάλλουν διπλές εισφορές.
Η πρόσθετη επιβάρυνση κυμαίνεται στα 40 ευρώ κατά μέσο όρο και μπορεί να φτάσει ακόμη και στα 200 ευρώ τον μήνα αν το εισόδημα είναι υψηλό. Το διπλό χαράτσι υπολογίζεται ότι θα υποστούν περίπου 500.000 ασφαλισμένοι που καλλιεργούν ένα μικρό χωράφι παράλληλα με την εργασία τους.
Την ίδια ώρα, δεν έχει διευκρινιστεί -κάτι σύνηθες εξαιτίας των ακροβατισμών και της προχειρότητας των εγκυκλίων- αν είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν εισφορά και οι χιλιάδες συνταξιούχοι μισθωτοί ή ελεύθεροι επαγγελματίες οι οποίοι έχουν ένα μικρό εισόδημα από αγροτική εκμετάλλευση. Γιατί αν πρέπει να καταβάλλουν εισφορά (που πιθανολογείται έντονα, θα πρέπει να υποστούν και μείωση της σύνταξής τους κατά 60% βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Οι ειδικοί στην ασφάλιση υποστηρίζουν ότι το χαράτσι για το εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα βρίσκεται στα όρια της νομιμότητας και σίγουρα δεν συνάδει με τους ενιαίους κανόνες που διατείνεται η κυβέρνηση ότι επιβάλλει με τον νόμο Κατρούγκαλου. Για παράδειγμα, μέτοχος με ποσοστό άνω του 3% που έχει εισόδημα από Α.Ε. χωρίς να συμμετέχει στο Δ.Σ. της απαλλάσσεται από την εισφορά, ενώ το ίδιο ισχύει και για τον μέτοχο ΙΚΕ που δεν είναι διαχειριστής.
Αντίθετα όσοι δηλώνουν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα έχουν υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς στον ΕΦΚΑ. Για παράδειγμα, μισθωτός με μηνιαίο μισθό 1.500 ευρώ εισπράττει 3.000 ευρώ ετησίως (250 ευρώ τον μήνα) από καλλιέργεια αγρού και διάθεση των προϊόντων. Στον ΕΦΚΑ θα κληθεί να πληρώσει εισφορά 628 ευρώ ετησίως.
Ελεύθερος επαγγελματίας που δηλώνει εισόδημα 4.000 ευρώ τον μήνα (48.000 ετησίως) εισπράττει 10.000 ευρώ ετησίως από την εκμετάλλευση αγροτικής καλλιέργειας. Ο συγκεκριμένος θα πληρώσει διπλό χαράτσι, 12.936 ευρώ ετησίως για την επαγγελματική του δραστηριότητα και 2.095 ευρώ ετησίως για το αγροτικό εισόδημα.
Πολλοί ετεροεπαγγελματίες είναι έτοιμοι να διακόψουν την αγροτική τους δραστηριότητα αφού το χαράτσι του ΕΦΚΑ απορροφά το μικρό κέρδος που έχουν.
«Καλλιεργώ λεβάντα που μου αποφέρει κέρδος 2.000 ευρώ τον χρόνο», εξομολογείται ο Γ.Κ., ελεύθερος επαγγελματίας. «Αν πρέπει να πληρώσω χαράτσι στον ΕΦΚΑ 500 ευρώ ετησίως και προσθέσω και τα έξοδα για τους εργάτες, όχι μόνο δεν κερδίζω, αλλά μπαίνω και μέσα. Οσοι στράφηκαν τα τελευταία χρόνια στις εναλλακτικές καλλιέργειες δίνοντας ένα κίνητρο και στα παιδιά τους για διέξοδο μέσα στην κρίση, δυστυχώς, θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την ελληνική γη».
Στη μόνη περίπτωση που ο ετεροεπαγγελματίας απαλλάσσεται από το διπλό χαράτσι είναι όταν πιάνει το ανώτατο μηνιαίο πλαφόν από τη μισθωτή απασχόληση ή την επιχειρηματική δραστηριότητα. Δηλαδή αν για τη μισθωτή απασχόληση οι μηνιαίες αποδοχές ανέρχονται σε 6.000 ευρώ και το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα σε 3.000, τότε ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά επί του ανώτατου ορίου μηνιαίων αποδοχών (5.860,80 ευρώ) βάσει του άρθρου 38 του Ν.4387/2016, ενώ δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικής εισφοράς για το μηνιαίο εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα.
Πηγή: protothema.gr