Άπειρες συζητήσεις έχουν γίνει και γίνονται για το παιδικό βιβλίο και πολλές προσπάθειες από γονείς και δασκάλους για να μυήσουν τα παιδιά σε αυτό. Είναι άραγε τόσο σημαντικό τα παιδιά να διαβάζουν; Και αν ναι, γιατί;
Ναι είναι εξαιρετικά σημαντικό τα παιδιά να μάθουν να διαβάζουν εξωσχολικά βιβλία από μικρά και να αγαπήσουν το διάβασμα, ίσως και πιο σημαντικό από ό,τι φαίνεται εκ πρώτης όψεως.
Καταρχάς, μέσα από τα βιβλία, ταξιδεύουν σε κόσμους που δε θα μπορούσαν να γνωρίσουν αλλιώς, μαθαίνουν πράγματα που δε θα μπορούσαν να μάθουν αλλιώς, καλλιεργούν τη φαντασία τους και την έμπνευση τους, κάνουν σκέψεις για τον εαυτό τους και την καθημερινότητά τους και διευρύνουν τους ορίζοντες τους. Και δεν υπάρχει πιο σημαντικό πράγμα για τη μετέπειτα ζωή ενός παιδιού από το να είναι ανοιχτό σε σκέψεις, καταστάσεις, εμπειρίες, όντας εξοικειωμένο με αυτές από μικρό. Η διαφορετικότητα και η ποικιλομορφία των ανθρώπων, η αποδοχή του άλλου, η αξία της συνύπαρξης και ο σεβασμός κάθε μορφής διαφορετικότητας δε διδάσκεται πουθενά καλύτερα από ότι μέσα από ένα καλό βιβλίο.
Φυσικά δεν πρέπει να παραβλέπεται ο παράγοντας της διασκέδασης – κι αυτό θα έπρεπε να το έχουν περισσότερο στο μυαλό τους κάποιοι συγγραφείς που γράφουν παιδικά βιβλία με μόνο στόχο να μάθουν στα παιδιά κάποια πράγματα ή να τους περάσουν μηνύματα για συγκεκριμένα θέματα. Το παιδί είναι πάνω από όλα παιδί και αυτό που πρωτίστως θέλει, διαβάζοντας, είναι να διασκεδάσει και να περάσει καλά, διαφορετικά θα βαρεθεί.
Ένα βιβλίο, για να το καταφέρει αυτό, θα πρέπει να μπορεί να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του, να το κάνει να απορροφηθεί από την ιστορία, να ταυτιστεί με τους ήρωες, να αγωνιά για τη συνέχεια. Τότε είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι το παιδί θα περάσει καλά και δε θα θέλει να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του. Δύσκολη υπόθεση αλλά, όταν συμβαίνει, το παιδί βιώνει το διάβασμα με τη χαρά του παιχνιδιού, που είναι και το ζητούμενο.
Ένα άλλο μεγάλο θετικό είναι ότι τα παιδιά, που διαβάζουν από μικρά, εξοικειώνονται με τη σωστή χρήση της γλώσσας και μαθαίνουν να εκφράζονται καλύτερα και να χρησιμοποιούν πιο πλούσιο και εύστοχο λεξιλόγιο – τόσο στο γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο. Καλώς ή κακώς, κανένα σχολείο δε μπορεί να βοηθήσει τόσο αποτελεσματικά σε αυτό ή εν πάσει περιπτώσει η βοήθεια του φτάνει μέχρι ενός σημείου.
Επίσης, η ενασχόληση με το παιδικό βιβλίο φέρνει κοντά τα παιδιά με τους γονείς, ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει. Κι αυτό γιατί, αφού το παιδί διαβάσει το βιβλίο, είναι απαραίτητο να ακολουθεί συζήτηση με το γονιό σχετικά με το τι του άρεσε και τι όχι, τι το εντυπωσίασε, τι το προβλημάτισε, τι θα ήθελε να γίνει αλλιώς. Είναι ευκαιρία να γίνει μια συζήτηση όπου το παιδί θα εκφράσει τις απορίες του, θα καταλάβει καλύτερα κάποια πράγματα και θα υπάρξει γόνιμη ανταλλαγή απόψεων. Βασική προϋπόθεση γι’αυτό, ο γονιός να έχει διαβάσει κι ο ίδιος το βιβλίο ή έστω να γνωρίζει αρκετά πράγματα γι’αυτό, και να μη βαριέται αυτή τη διαδικασία, μιας και είναι το ίδιο σημαντική και χρήσιμη όσο και η καθαυτή ώρα του διαβάσματος.
Επίσης, είναι παράλογο να περιμένουμε κάποιος να γίνει ξαφνικά βιβλιόφιλος ως ενήλικας όταν δεν έχει μάθει να διαβάζει από μικρός. Το ίδιο φυσικά ισχύει για όλα τα πράγματα. Αν δεν εξοικειωθεί το παιδί με κάτι σιγά σιγά από μικρό, δύσκολα θα μπορέσει να το αναζητήσει και να το αγαπήσει όταν μεγαλώσει.
Καλά όλα αυτά θα μου πείτε αλλά πολλοί γονείς ισχυρίζονται ότι το παιδί τους δεν αγαπάει το διάβασμα, βαριέται, δυσανασχετεί και προτιμά να κάνει άλλα πράγματα. Το παιδί δε θα μάθει από μόνο του να αγαπάει το διάβασμα, δε μπορούμε να έχουμε τέτοια απαίτηση. Βασική προϋπόθεση είναι να βλέπει και τους γονείς του να διαβάζουν, μιας και στις μικρές ηλικίες λειτουργεί μιμητικά. Δε γίνεται να απαιτούν από το παιδί τους κάτι που οι ίδιοι δεν κάνουν ή να περιμένουν να κάτσει ήσυχο με το βιβλίο του όταν υπάρχει ανοιχτή η τηλεόραση στη διαπασών στο σπίτι. Έχει καθοριστική σημασία το διάβασμα να περάσει στη συνείδηση του παιδιού ως κάτι διασκεδαστικό, που το κάνουμε όλοι επειδή μας δίνει ευχαρίστηση και όχι ως κάτι καταναγκαστικό και υποχρεωτικό. Γιατί τότε θα το βλέπει ως αγγαρεία και είναι λογικό να το απωθεί.
Επίσης κάτι άλλο πολύ σημαντικό είναι το διάβασμα να μην προτείνεται στο παιδί κατόπιν της απαγόρευσης του tablet ή της τηλεόρασης. Είναι σα να καταδικάζουμε, με αυτό τον τρόπο, τη σχέση του με το βιβλίο. Είναι λάθος να καταγραφεί στη συνείδηση του παιδιού ότι το βιβλίο είναι το “καλό” ενώ ο υπολογιστής και η τηλεόραση το “κακό” και απαγορευμένο. Προφανώς δε γίνεται ένα παιδί να είναι ξεκομμένο από την εποχή του και την τεχνολογία, αρκεί να υπάρχει μέτρο στη χρήση αλλά και πολύ προσεκτική επιλογή του υλικού. Όλα χρειάζονται και όλα έχουν να προσφέρουν στο παιδί κάτι διαφορετικό, συνυπάρχοντας. Δεν πρέπει να δαιμονοποιείται τίποτα.
Εν κατακλείδι, ναι είναι πολλά τα οφέλη του διαβάσματος και είναι πολύ σημαντικό να μάθει ένα παιδί να το αγαπά. Αλλά αυτό δε θα είναι ποτέ εφικτό, αν ο ίδιος ο γονιός δεν αφιερώσει χρόνο, αν η αγάπη αυτή παρουσιάζεται ως υποχρέωση και αν στο βωμό της θυσιάζονται άλλα πράγματα που κάνουν το παιδί χαρούμενο.
Φοίβη Λέκκα