Η επίσκεψη του απερχόμενου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Μπαράκ Ομπάμα στη χώρα μας θα δείξει μακροπρόσθεσμα αν απέφερε καρπούς στο θέμα του χρέους, των ελληνοτουρκικών, του Κυπριακού ή αν στη βαλίτσα του είχε κάποιες συμφέρουσες επενδύσεις. Παρόλα αυτά, ο άμεσος αντίκτυπος του σύντομου ταξιδιού του ήταν κάτι παραπάνω από θετικός: Απλός, προσηνής, χαμογελαστός και επικοινωνιακά άριστος, έκανε την καλύτερη διαφήμιση στη χώρα μας, η οποία μετά από καιρό βρέθηκε στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος για κάτι που δεν ήταν αρνητικό.
Η επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα φρόντισε να βγάλει στην επιφάνεια για ακόμη μια φορά μια από τις μεγαλύτερες κυβερνητικές αδυναμίες. Ή μάλλον τη μεγαλύτερη: Έδειξε με τον πλέον τρανταχτό τρόπο ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εκπροσωπήσει διεθνώς τη χώρα μας.
Η εικόνα του Αλέξη Τσίπρα ήταν τουλάχιστον αποκρουστική. Σε καμία στιγμή της συνύπαρξής του με τον Αμερικανό Πρόεδρο δεν έδειξε να ανταποκρίνεται στο ρόλο του. Έδειξε να μην έχει καμία επίγνωση της ιστορικότητας της στιγμής και φάνταζε σαν έναν άνθρωπο που συμπεριφερόταν λες και είχε απέναντί του τον Καρανίκα και τους λοιπούς συντρόφους του από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.
Το όλο πρόβλημα δεν είναι μόνο αισθητικό. Είναι βαθιά πολιτικό και δείχνει περίτρανα ότι η χώρα μας στην πιο κρίσιμη στιγμή της μεταπολιτευτικής περιόδου υπο – εκπροσωπείται.
Το κακό είναι ότι μάρτυρες αυτής της εικόνας δεν ήμασταν μόνο εμείς. Όλος ο πλανήτης είχε την τιμή να δει και να καταλάβει ότι η εικόνα του Πρωθυπουργού είναι ταυτόσημη με την εικόνα της ελληνικής κυβέρνησης. Μιας κυβέρνησης που εσωτερικά δημιουργεί συνεχώς εντάσεις και διχάζει το λαό, συνεχίζοντας ταυτόχρονα την εφαρμογή μιας ατέρμονης πολιτικής που οδηγεί στον πλήρη αφανισμό της μεσαίας τάξης.
Στο εξωτερικό παραμένει απομονωμένη στη γωνία, αναζητεί χωρίς επιτυχία συμμάχους και δυστυχώς ανταποκρίνεται πλήρως στο ρόλο του φτωχού συγγενή. Είναι συνεχώς σε αμυντική θέση και αυτό το οσμίζονται εύκολα οι γείτονες οι οποίοι έχουν μπροστά τους μια τεράστια για αυτούς ευκαιρία να θίξουν πιο επιθετικά από κάθε άλλη φορά τις εθνικές τους επιδιώξεις.
Όλοι γίναμε μάρτυρες, πλην του κυβερνητικού εκπροσώπου, των δηλώσεων του Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος μέσα σε όλα δεν δίστασε να θέσει θέμα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης. Τις δηλώσεις Ερντογάν ακολούθησαν εκείνες του Πρωθυπουργού της Αλβανίας Έντι Ράμα. Δηλώσεις οι οποίες αυξάνουν την εθνικιστική ρητορική και δεν θέλουν και πολύ ώστε να ανάψουν το φιτίλι.
Μέσα σε όλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Σκοπιανοί παραμένουν πάντα σε ετοιμότητα και περιμένουν και αυτοί τη σειρά τους όταν τους δοθεί η ευκαιρία. Επιπροσθέτως, δεν έχουν περάσει παρά λίγες βδομάδες από όταν οι συνεργάτες του νέου Προέδρου των ΗΠΑ δήλωναν ότι ο κυριότερος σύμμαχος της Αμερικής στην περιοχή είναι η Τουρκία.
Όλα αυτά συνθέτουν ένα άκρως επικίνδυνο μωσαϊκό το οποίο σε συνδυασμό με την οικονομική αδυναμία και την πολιτική υπο – εκπροσώπηση της χώρας μας μπορεί ανά πάσα στιγμή να δημιουργήσει μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, η κυβέρνηση υποχρεούται να σοβαρευτεί και να καταλάβει ότι τα εθνικά θέματα απαιτούν σοβαρότητα, κατάρτιση και υπευθυνότητα. Εάν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες απαιτήσεις των καιρών μπορεί να αποχωρήσει. Αυτό θα ήταν πολύ πιο τίμιο από την τραγική εικόνα που συντηρεί με τις πράξεις και την απραξία της.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΙΟΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ