Κολωνάκι place (Κείμενο: Νίκος Γκουβίτσας)

Κολωνάκι  place ….Έντεχνα….Σταρ..και……Καφές….

1. Κολωνάκι  place

1.1.Αυτός είναι ο τίτλος ενός τραγουδιού σε Μουσική Κώστα Χατζή και στίχους του Γιατρού Νίκου Ζακόπουλου (1972) και περιγράφει τον τότε μικρόκοσμο της πλατείας, με τα μαγαζιά, τα καφενεία, τα ζαχαροπλαστεία, τους  ποιητές, τις κυρίες με τις υπηρέτριες για ψώνια, τα διάφορα <<ψώνια>>, οι πολιτικοί του χαβαλέ, παραμυθατζήδες, μικροληστές, τσακωμοί, πρώτη θέση στις καφετέριες όλοι οι ΣΤΑΡ της εποχής, οι Κοσμικοί, έντυπα για επώνυμους και δημοσιογράφους για ειδήσεις από πρώτο χέρι.

1.2.Με την πάροδο των χρόνων ,άρχισαν οι Μόδιστροι και μη, να επενδύουν σε χλιδάτα μαγαζιά, φέρνοντας επώνυμες φίρμες σε ρούχα και  επιδείξεις μόδας με διάσημα Μοντέλα ,πάρτι πριβέ και πόλος έλξης πολλών Ανθρώπων, στέκια διασήμων ξένων και Ντόπιων , όμως λόγω της μικρής απόστασης από τη Βουλή, Βουλευτές και Υπουργοί μέχρι και πριν λίγα χρόνια, περνούσαν από τα στέκια των Μαγαζιών για καφέ, αλλά τώρα έχουν γίνει κόκκινο πανί για το Λαό και από το ξύλο που έχουν φάει ορισμένοι, άλλαξαν συνοικίες.

1.3.Στέκια παλιά, όπως του Ζόναρς, Φλόκα, καφενείο Ζαχαράτου, πατάρι Λουμίδη, Βυζάντιο, Δεξαμενή, ουζερί  Απότσου, αλλά και άλλα πολλά(τώρα όλα αυτά έχουν κλείσει, η άλλαξαν χρήση, όπως και το Βιβλιοπωλείο της Εστίας), υπήρξαν τόποι συνάντησης Ποιητών, Συγγραφέων, Σεναριογράφων, Ηθοποιών, Σκηνοθετών, Μουσικών και γενικά Ανθρώπων της διανόησης και παράλληλα με τον καφέ, λειτουργούσαν ως χώροι εργασίας τους και  ενώ χάθηκαν όλα αυτά, έμειναν τα έργα τους, τα βιβλία τους, οι Μουσικές τους, αλλά και άλλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες (ενώ οι παρακατιανοί, τα Κλαρίνα και οι πανηγυρτζήδες, η Λαϊκούρα, ήταν από  Ομόνοια και κάτω).

1.4.Όταν όμως μπήκαν στη ζωή μας τα Ηλεκτρονικά, το Internet, οι πολυεθνικές, καθώς και οι πειρατικές κασέτες και τα CD, κατέστρεψαν όλη αυτή την δημιουργία και σιγά σιγά, τα κέρδη των εταιριών δίσκων άρχισαν να κατρακυλούν, όπως επίσης και τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών, έπεσαν πολύ χαμηλά, αρκετοί δε από αυτούς, επειδή το είχαν σαν βιοποριστικό τους επάγγελμα, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν, προβλήματα ως προς  τα στοιχειώδη για την επιβίωσή τους και εδώ ανοίγεται ένα θέμα, σχετικά με το θέμα των συγγενικών δικαιωμάτων των δημιουργών, της ΑΕΠΙ κ.τ.λ.

1.5.Η απληστία των εταιριών δίσκων στην μεγάλη τους ακμή, με τις ακριβές πωλήσεις των προϊόντων τους (δίσκοι, κασέτες και CD), που έφθασαν έως και τα 25 ευρώ(για τις μεγάλες φίρμες), σε συνδυασμό με την αδυναμία του κράτους από την αρχή της εμφάνισης της κασέτας και της πειρατείας, η οποία κατέκλυσε όλη την Ελλάδα, γιατί τον κόσμο περισσότερο τον ενδιέφερε όχι τόσο η ποιότητα, όσο η τιμή του CD, που από 25 ευρώ, το αγόραζε  2 η 3 ευρώ.  Τέτοια κέντρα παραγωγής πλαστών κασετών και CD,  ξεκίνησαν από την Αθήνα και επεκτάθηκαν σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και στην Βουλγαρία, με χιλιάδες Ανθρώπους να ασχολούνται και να κερδίζουν τεράστια ποσά, σε βάρος πρώτα του Κράτους, λόγω μη φορολογίας και είσπραξης ΦΠΑ, όσο και στέρησης εσόδων των Δημιουργών, από τα πνευματικά δικαιώματά τους, που τα είχαν καρπωθεί άλλοι, αλλά και των ιδίων των Δισκογραφικών Εταιριών, που τελικά έκλεισαν σχεδόν όλες.

2. Στέκια για καφέ-–Βουλή- Σταρ-Λογιστές-Αναλυτές

Ειδήσεις πάλι, πρωί πρωί, μια Γυναικεία φωνή

σου λέει πάρε τηλέφωνο, να κερδίσεις δώρα κι εσύ

βιάζεσαι να πλυθείς, να βαφτείς, να βάλεις Κραγιόν

άρωμα να φορέσεις, να τρέξεις, να σπρώξεις, λες παρντόν

Να μη χάσεις το τρένο, μια θέση να βρεις και να κάτσεις

να βγάλεις το βιβλίο, να βάλεις γυαλιά και να διαβάσεις

τελευταίο επεισόδιο, σελίδα τετρακόσια έξι ,παράγραφος τρία

ανοίγει η πόρτα του Τραμ, διαδήλωση με μολότοφ και πορεία!

 

Κολωνάκι, πλατεία, Βιβλιοθήκη, κόσμος, υπαίθριοι πωλητές

Βουλευτές, Πεζογράφοι, Ποιητές, περιπολίες Αστυνομικές

μπαρ καφετέριες, υπάρξεις, βαθειά ντεκολτέ, χαβαλές

αλλάζουνε στέκια, μα και κρεβάτια, γκόμενους οι μικρές

Σκάει μεσάνυχτα ο τύπος, με τον προσωπικό του οδηγό

παλτό από γούνα Καστοριάς, χαιρετά στο στόμα τον Υπουργό

μια γκόμενα με μεγάλα μπαλκόνια και σγουρά μαλλιά

στα χείλια κραγιόν, εφαρμοστό κολάν, στο μάγουλο ελιά!

 

Δυο ροκ καλλιτέχνες με γένι, τραγιάσκα και από μαλλί γουλί

χαλκάδες στη μύτη, κουρδίζουν κιθάρες και μαύρο γυαλί

παίζουν στο τραπέζι τέμπο, ένα καινούριο τους τραγούδι

πιο πέρα, λογιστές, αναλυτές, συζητούν τι θα γίνει το ρούβλι

Κι ένα κοριτσάκι, ζητάει λεφτά, έχει ανάγκη για λίγο ψωμί

λέει πως είναι άστεγη, έχει πέντε αδέλφια, την λένε Μιμή

κι ένας Μάγκας παραπέρα, ο Ζάχος ο Μεγάλος, ο Μπον Βιβέρ

για χάρη του, θα έκοβε και φλέβες, ακόμα κι η Ζιζέλ     !

 

Φώτα ,μεγάλα Ξενοδοχεία, καφέ ,Στρατηγοί περπατούν

Εύζωνοι, αλλάζουν βάρδια, κάποιοι τουρίστες, τους κοιτούν

πάω πιο κάτω στις πιάτσες, κορίτσια σε κοιτούν πονηρά

σου μιλούν, σου λένε έλα, θα περάσουμε καλά

Θα δεις παιδάκια που κλαίνε, που δεν τα κοιτάζει κανείς

και κάποια Κυρία ταϊζει, φιλέτο το μικρό της κανίς

ένας Πρόεδρος παίζει και ποντάρει, μετοχές της Κάπιταλ

αγοράζει Βραζιλιάνους παίχτες, από τη Βασίλισσα Ρεάλ  !

 

Το στοίχημα αγριεύει, στημένα παιγνίδια, χοντρά τα λεφτά

τα φώτα ανάβουν, γλάστρες, πρώτο τραπέζι, κάποιος κερνά

ένας Λαός βρίζει, φωνάζει και όταν έρχονται εκλογές

μυαλό δεν βάζει, τους ίδιους ψηφίζει, είναι να τους κλαις

Λαμόγια, ψεύτες, που λένε διάφορα, μέχρι να βγουν

να βγουν Βουλευτές και τα κανάλια, αυτούς καλούν

στο χούφταλο τρέχουν υπάρξεις, του κάνουν παρέα κι αυτός

νομίζει πως είναι, Ο, γιατί πληρώνει, νιώθει με πούρο, Θεός!

 

Κι αφήνω τελευταία, αυτή που έχουμε ,τη Θεά

κι ο Λιάνης κάποτε έγραφε για τη Ζωή, στα περιοδικά

και τώρα κάποιες μικρούλες, σαν βγουν μια φορά στο γυαλί

νομίζουνε πως γίνανε ντίβες, Σταρ, μα όντως έχουνε κορμί

Πλατεία Συντάγματος, Βουλή,, Σιντριβάνι, φώτα, ωραία βραδιά

περιστερώνες, άσπρα πουλιά του Χατζηδάκι, κήποι παιδιά

τελειώνω, με αυτούς τους Φονιάδες Ντόπιους και Ξένους

μας παίρνουνε τα σπίτια, το γάλα των παιδιών, τους Γα@@νους!

Υ.Γ.

Που είναι οι Καραϊσκάκηδες κι οι Κολοκοτρωναίοι

να πιάσουνε τους Δανειστές κι όσους βάλανε υπογραφές

να τους τσακίσουνε, γιατί από την Επανάσταση του 21

βρήκανε ομόλογα και  χρέη, που ήταν ξεχασμένα

αλλά που να το φανταστείτε και στις προτομές σας, βάλανε χέρι

τις έκλεψαν, τις έλιωσαν, τις πούλησαν, μέρα μεσημέρι!

 

Μέσα σ’ αυτή την κόλαση, πώς να γίνουνε Λεχώνες

οι Ελληνίδες; Τις θέλουνε σκλάβες, όπως κι οι Παρθενώνες

ούτε Θεός, μα ούτε και διάβολος, κοντράρονται, με τους απατεώνες

βγάζουνε στο σφυρί, την ιστορία μας , είκοσι πέντε αιώνες!

Κείμενο: Νίκος  Γκουβίτσας