Στον προϋπολογισμό του 2023 έχει πλέον εγγραφεί η εξαγγελθείσα αύξηση των εισφορών για τους μη μισθωτούς από την 1η Ιανουαρίου 2023.
Αυτό αναφέρουν αρμόδια στελέχη των ταμείων στο Capital.gr με πλήρη γνώση των διατάξεων του νέου προϋπολογισμού.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η αύξηση αυτή θα ανέλθει στο 9,9%, δηλαδή κατά το ποσοστό του πληθωρισμού του 2022 – κατ’ εφαρμογή του ασφαλιστικού νόμου Βρούτση του 2020 – όπως έχει εκτιμηθεί από το ΥΠΟΙΚ.
Μάλιστα, έχουν εκτιμηθεί και τα επιπλέον έσοδα, τα οποία θα έλθουν στον e-ΕΦΚΑ και τον ΕΟΠΥΥ από την αύξηση αυτή στις εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών, των αυταπασχολούμενων και των αγροτών.
Έγκυρες πληροφορίες του Capital.gr αναφέρουν πως αυτά θα ανέλθουν στα 200 εκατ. ευρώ, αν και αυτό δεν αποτυπώνεται ρητά στην εισηγητική έκθεση του ΥΠΟΙΚ για τον προϋπολογισμό του 2022. Έτσι, τα έσοδα από εισφορές μη μισθωτών το 2023, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, αναμένεται να φτάσουν τα 2,2 δις. ευρώ έναντι της εκτίμησης για έσοδα 2 δισ. ευρώ φέτος. Συνεπώς αναμένεται μία αύξηση στα έσοδα, ισόποση (σαν ποσοστό) της αύξησης των εισφορών.
Η επικείμενη αύξηση θα αφορά όλες τις κλίμακες όλων των εισφορών των μη μισθωτών, δηλαδή της κύριας ασφάλισης, της υγειονομικής περίθαλψης, του επικουρικού και του εφάπαξ.
Η αναπροσαρμογή των εισφορών των μη μισθωτών το 2023 αποτελεί την τρίτη φάση εφαρμογής του συστήματος εισφορών το οποίο ισχύει από το 2020 με βάση τον ασφαλιστικό νόμο Βρούτση ο οποίος αντικατέστησε το νόμο Κατρούγκαλου.
Υπενθυμίζεται πως με βάση το νόμο Κατρούγκαλου, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από το 2017, οι εισφορές υπολογιζόνταν με βάση το φορολογητέο εισόδημα, κάτι που τότε προκάλεσε την αντίδραση των ελευθέρων επαγγελματιών (”κίνημα της γραβάτας”).
Το σύστημα αυτό καταργήθηκε το 2020 με το νόμο Βρούτση, ο οποίος, κέρδισε εν πολλοίς την αποδοχή των εκπροσώπων των επαγγελματιών, προέβλεπε διαδοχικά τα εξής :
– σύστημα επιλογής εισφορών (από την 1η Ιανουαρίου του 2020) με βάση μία ορισμένη κλίμακα, η οποία οδηγεί σε υψηλότερες συντάξεις (οσο πιο υψηλές εισφορές επιλέγει κάθε ασφαλισμένος).
– “Πάγωμα” για τρία συνεχή χρόνια από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2022 το πάγωμα των εισφορών στο επίπεδο του 2020.
-Αναπροσαρμογή τους από την 1η Ιανουαρίου 2023 κατά το ποσοστό του πληθωρισμού του 2022.
– Αναπροσαρμογή εισφορών από την 1η Ιανουαρίου του 2025 με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών του 2024 κοκ.
Έτσι, λοιπόν, από την 1η Ιανουαρίου του 2023 (πρακτικά από τα τέλη του χειμώνα – αρχές της άνοιξης του 2023) θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν οι εισφορές κατά το ποσοστό του πληθωρισμού του 2022.
Κύκλοι των ταμείων αναφέρουν πως η αναγκαιότητα της αύξησης είναι επιβεβλημένη και συνδέεται με την ίδια την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος αλλά και με τη δυνατότητα των ίδιων των ελευθέρων επαγγελματιών να λάβουν μελλοντικά αξιοπρεπείς συντάξεις και όχι συντάξεις φτώχειας, σημειώνουν παράγοντες που παρακολουθούν τις διεργασίες σε κυβερνητικό επίπεδο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές:
-Προς το παρόν ισχύει το παράδοξο ο εργοδότης που έχει επιλέξει την πρώτη ασφαλιστική κλάση – όπως έχει κάνει η συντριπτική πλειονότητα των ελευθέρων επαγγελματιών – να πληρώνει για δικές του εισφορές λιγότερα χρήματα από τις εισφορές που αντιστοιχούν σε υπάλληλό του και ο οποίος αμείβεται με τον κατώτατο μισθό.
– Οι εισφορές που καταβάλλονται συνδέονται άμεσα με το ύψος της σύνταξης που θα λάβει ο κάθε ασφαλισμένος. Με άλλα λόγια, όσο υψηλότερες εισφορές καταβάλλει τόσο υψηλότερη σύνταξη θα λάβει.
– Το ασφαλιστικό σύστημα είναι διανεμητικό. Αυτό σημαίνει ότι οι συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό από τις εισφορές των εν ενεργεία ασφαλισμένων. Οι αυξήσεις των συντάξεων από 1/1/2023 που θα δουν πάνω από 1,6 εκατομμύρια συνταξιούχοι θα πρέπει να καλυφθεί -μεταξύ άλλων- και από τις αυξήσεις των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών και των αυταπασχολούμενων.
Τέλος, υπενθυμίζεται από τις ίδιες πηγές, πως μέσα στα τελευταία 3,5 χρόνια η κυβέρνηση προχώρησε σε μείωση κατά 4,4 μονάδες των καταβαλλόμενων εργοδοτικών εισφορών. Περίπου το 1/3 αυτής της μείωσης το είδαν ως αύξηση στα εισοδήματα τους οι μισθωτοί και τα υπόλοιπα 2/3 ως μείωση οικονομικών βαρών οι εργοδότες. Επρόκειτο για μια σημαντική ελάφρυνση όχι μόνο των μισθωτών αλλά και των ελευθέρων επαγγελματιών που απασχολούν υπαλλήλους. Παράλληλα προχώρησε στην κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα προκειμένου να ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζόμενων και των συνταξιούχων απέναντι στις σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις που επικρατούν στην αγορά. Επομένως τόσο στη περίπτωση των μισθωτών όσο και στην περίπτωση των μη μισθωτών η κυβέρνηση κινείται με όρους δικαιοσύνης και αφαίρεσης οικονομικών βαρών, σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι.
πηγή: Capital.gr – Του Δημήτρη Κατσαγάνη