Εμβληματικά καφενεία μιας άλλης εποχής, ταβέρνες και εστιατόρια της ελληνικής πρωτεύουσας πήραν το όνομά τους από το πλατύφυλλο δέντρο που κοσμεί τους δρόμους της, προδίδοντας μια μακρά ιστορία. Οι μουριές πλαισιώνουν την καμπυλωτή Καλλιδρομίου, τους δρόμους δίπλα από το Χίλτον, τις πολύβουες γειτονιές και τις μεγαλύτερες αρτηρίες, αφού είναι σήμα κατατεθέν της Β. Σοφίας, της Αλεξάνδρας, της Κηφισίας, της Πειραιώς και τόσων ακόμα δρόμων. Φυτεύτηκαν στον Βοτανικό, το Κουκάκι, τους Αμπελόκηπους, τα Σεπόλια, την Καλλιθέα, το Μοσχάτο και αλλού για να ξεκουράσουν με τη σκιά τους τα θερμά καλοκαίρια της Αθήνας. Μια ενδιαφέρουσα ιστορία λέει ότι έφτασαν στα μέρη μας από τις χώρες της Ασίας μαζί με τον μεταξοσκώληκα, του οποίου είναι η κύρια τροφή. Όμως, σήμερα που έχουμε ανάγκη περισσότερο πράσινο από ποτέ, οι μουριές της πόλης με το πλούσιο φύλλωμα που σκεπάζει γενναιόδωρα τα πεζοδρόμια, ασθενούν και χάνονται.
Αν και το πρόβλημα δεν είναι άγνωστοΈντομο ξεραίνει τις μουριές της Αθήνας | Τα Νέα, όλο και περισσότερες εικόνες με ξερές μουριές, πληγωμένα ή κομμένα δέντρα κυκλοφορούν στο ελληνικό διαδίκτυο κάνοντας τους πολίτες να αναρωτιούνται τι συμβαίνει. Κάποιοι υποθέτουν ότι τα δέντρα ξεράθηκαν από την έλλειψη νερού, άλλοι ότι παραμελήθηκαν και μερικοί ότι απομακρύνονται σκόπιμα από τους Δήμους για να αντικατασταθούν. Γιατί πεθαίνουν στην πραγματικότητα οι μουριές της Αθήνας;
«Αν περάσεις δίπλα από μια τέτοια μουριά, ακούς μικρά τριξίματα να έρχονται από τον κορμό». Έτσι μου περιέγραψε ο κ. Αλεβίζος, γεωπόνος του Δήμου Καλλιθέας, τον ήχο που προδίδει τον «ξυλότριχο». Επιστημονικά λέγεται και «xylotrechus chinensis» (Coleoptera, Cerambycidae ή αλλιώς σκαθάρια με μακριές κεραίες).
Πιο συγκεκριμένα, ο ξυλότριχος είναι ένα σκαθάρι που κλείνει τον βιολογικό του κύκλο μέσα στους ιστούς της μουριάς, αποδυναμώνοντας τα αγγεία που τροφοδοτούν τα φύλλα και τους βλαστούς, οδηγώντας κάποιες φορές στη νέκρωση του φυτού, όπως λένε οι ειδικοί.Γιατί πεθαίνουν οι μουριές της Αθήνας; | Lifo. Είναι το έντομο που διατάραξε μια κοινή πορεία αιώνων της μουριάς με την Αθήνα, που ξεκινά ήδη τον 19ο αιώνα, όταν ο Βαυαρός γεωπόνος Σμάρατ (Smarat) σχεδιάζει τη δεντροφύτευση της πόλης και βάζει τον πρώτο σπόρο μουριάς στην Πλατεία Κλαυθμώνος.Η πιο ενδιαφέρουσα ιστορία θέλει αυτό το ξυλοφάγο έντομο να φτάνει στο Ηράκλειο της Κρήτης το 2017 από τις χώρες της Άπω Ανατολής μέσω κάποιου φορτίου ξυλείας, αφού το ξύλο της μουριάς χρησιμοποιείται συστηματικά για το σκάλισμα της κρητικής λύρας. Σχολιάζοντας την έλευσή του στην Ελλάδα, ο κ. Αλεβίζος μου εξηγεί ότι μάλλον «κάποιο φορτίο με ξυλεία από την Κίνα ή αλλού δεν απολυμάνθηκε σωστά ή δεν πέρασε τους απαιτούμενους ελέγχους».
Ήδη από το 2018 η κοινωνία της Κρήτης είχε ταραχτεί εξαιτίας του ξυλότριχου. Γιατί αρχικά υπήρξε η ανησυχία ότι πέρα από τις μουριές κινδύνευαν και τα αμπέλια της περιοχής, με την πρώτη σχετική ερώτηση να φτάνει στη Βουλή Ερώτηση με θέμα: Να ληφθούν μέτρα για την καταπολέμηση του ξυλοφάγου εντόμου “Xylotrechus chinesis” που απειλεί αμπέλια, μουριές κλπ | Βουλή των Ελλήνων τον Φεβρουάριο του 2018.
Αργά ή γρήγορα το έντομο θα μεταφερόταν και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ήδη από το 2019 παρατηρούνται συμπτώματα προσβολής σε μουριές στην Αττική και κυρίως την Αθήνα. Όπως μου εξηγεί ο δρ. Παναγιώτης Πετράκης του Ινστιτούτου Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων, «ο ξυλοφάγος έχει εξαπλωθεί σε όλη σχεδόν την πεδινή Ελλάδα σε παρόδιες συστάδες και φυτείες μουριών. Βέβαια υπάρχουν και συστάδες μουριών όπου δεν έχει φτάσει ακόμα το έντομο, είτε γιατί δεν διέρχονται από εκεί φορτηγά με υλικό που μπορεί να το μεταφέρει, είτε γιατί οι τοποκλιματικές συνθήκες δεν επιτρέπουν τη εγκατάστασή του».
«Όταν οι μουριές είναι παρόδιες, η ευθύνη βαραίνει τον Δήμο». Αυτό μου ξεκαθάρισε ο κ. Πετράκης, που συνεργάζεται με την Αθήνα και το Περιστέρι. Η αντιμετώπιση του προβλήματος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα απαιτητική διαδικασία για τους Δήμους, γιατί χρειάζεται εξειδικευμένες γνώσεις, πόρους και χρονοβόρα γραφειοκρατία για επιχειρήσουν, έστω, να αντιμετωπίσουν το έντομο. Κι όμως ο ξυλότριχος μας έχει κοστίσει ήδη πολλά. Μέχρι πρότινος την Αθήνα κοσμούσαν περίπου 25.000 μουριές. Σήμερα έχει χαθεί σχεδόν το 1,5% των δέντρων, ενώ σε περιοχές όπως το Κουκάκι και ο Βοτανικός η απώλεια αγγίζει το 30%. Το Περιστέρι έχει χάσει ανεπιστρεπτί ένα 15% από τις μουριές του, στην Καλλιθέα νοσεί το 60% και το Μοσχάτο έχει αποδεχτεί την ήττα από τον ξυλότριχο.
Υπάρχουν σκέψεις για τη μαζική αντιμετώπιση μέσω εντομοκτόνων, ωστόσο, όπως εξηγεί ο κ. Πετράκης «αυτή η μέθοδος δεν είναι φιλική ούτε για το περιβάλλον, ούτε για τον άνθρωπο, ούτε για τα έντομα και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί εφαρμόζεται εντός αστικού ιστού εκτός αν υπάρχει ειδική άδεια. Υπάρχουν φορές που ραντίζουμε για να ξεφορτωθούμε κάποιο έντομο και καταλήγουμε να σκοτώνουμε όλους τους φυσικούς του εχθρούς, οδηγώντας στον πολλαπλασιασμό του εντόμου που τελικά προσπαθήσαμε να αποφύγουμε».
Ο ίδιος θεωρεί ότι για την αντιμετώπιση της προσβολής των δέντρων πρέπει να χρησιμοποιηθεί «μια καινούρια μέθοδος με φερομόνες, που ελκύει τον ξυλότριχο. Η ακριβή αυτή θεραπεία είναι αποτέλεσμα έρευνας έγκριτων εντομολόγων, αλλά είναι αδύνατο να παραχθεί στην Ελλάδα γι’ αυτό και την εισάγουμε. Αφού προσελκυθούν τα έντομα, στη συνέχεια παγιδεύονται για να εξοντωθούν. Είναι μια μέθοδος που στοχεύει στον έλεγχο του πληθυσμού του ξυλότριχου, χωρίς να επηρεάζει άλλους πληθυσμούς εντόμων. Σήμερα οι παγίδες έχουν τοποθετηθεί σε περίπου 100 δέντρα του Δήμου, με τελευταία τα δέντρα της οδού Καζάνη στους Αμπελοκήπους λίγες μέρες νωρίτερα» μου εξηγεί ο κ. Πετράκης δίνοντας την εικόνα για τον Δήμο Αθηναίων.
Κι όμως οι πολίτες δεν έχουν άδικο που ανησυχούν. «Η Αθήνα είναι σε κόκκινο συναγερμό. Αυτή την εποχή το φαινόμενο είναι σε έξαρση καθώς για λόγους που δεν γνωρίζουμε, τεκμηριωμένα από τα μέσα Αυγούστου και την περίοδο του φθινοπώρου τα συμπτώματα εντείνονται» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Κυριακάκης, προϊστάμενος Διεύθυνσης Πρασίνου και Αστικής Πανίδας του Δήμου Αθηναίων. Λίγες μέρες νωρίτερα ο Δήμαρχος Αθηναίων, κ. Μπακογιάννης δήλωσε Εντομο «εξαφανίζει» τις μουριές στην Αθήνα – Χάθηκαν 1.300 δέντρα της πόλης – Οι ενέργειες του Δ.Αθηναίων | Ημερησία ότι ο Δήμος «προσπαθεί να σώσει τα δέντρα, ωστόσο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται να κοπούν και να ταφούν, εκεί αμέσως φυτεύουμε μια νέα μουριά». Σε αυτήν τη λογική λοιπόν, ο Δήμος έχει προχωρήσει σε κοπή και ταφή δέντρων το 2020 και το 2021. Μέχρι τώρα έχει αντικαταστήσει περίπου 1.500 δέντρα που ξεράθηκαν από το έντομο με νέα δέντρα μουριάς, που δεν προσβάλλονται τόσο εύκολα, καθώς το έντομο προτιμά τα μεγάλα και τα γερασμένα δέντρα.Από την Καλλιθέα, δια στόματος του γεωπόνου κ. Αλεβίζου ξεκαθαρίζουν ότι έχουν τελείως διαφορετική άποψη. «Σε καμία περίπτωση δεν θα βάλουμε νέες μουριές, απορώ γιατί ο Δήμος της Αθήνας το κάνει». Στην Καλλιθέα στηρίζουν αυτή τη σκέψη στην ιδέα ότι αφού υπάρχει ήδη μεγάλο πρόβλημα με τις μουριές και τον ξυλότριχο, είναι ριψοκίνδυνη η φύτευση δέντρων ίδιου είδους. Οι μουριές της περιοχής άρχισαν να εμφανίζουν σημάδια προσβολής από ξυλότριχο το 2019. «Τότε που ξέσπασε όλο αυτό δεν υπήρχε πρωτόκολλο, ούτε συγκεκριμένες οδηγίες από το Υπουργείο. Ο Δήμος συνεργάστηκε με το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο αλλά η θεραπεία δεν είναι εύκολη» εξηγεί ο κ. Αλεβίζος. «Ο μεγάλος αριθμός των δέντρων και η ηλικία τους θα την καθιστούσαν αναποτελεσματική. Αυτό που κάνουμε είναι να τα κόβουμε και να τα θάβουμε, την εποχή που το έντομο δεν επωάζει. Πρακτικά τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα γιατί δεν υπάρχει χώρος ούτε για να ταφούν τα κομμένα δέντρα. Προσπαθούμε να βρούμε λύσεις αν και το προσωπικό του Δήμου είναι δυσανάλογα μικρό για μια τόσο εκτεταμένη ζημιά».
Θα αποκατασταθεί η εκτεταμένη ζημιά στο πράσινο της Καλλιθέας; Δυστυχώς, ο Δήμος δεν διαθέτει μηχάνημα για να εκριζώσει και να μπορέσει να αντικαταστήσει τα δέντρα που χάνει – κάτι που μας προξενεί μεγάλη εντύπωση, αφού το πλήρες ξερίζωμα των δέντρων είναι μια ανάγκη που ανακύπτει συχνά σε έναν δήμο και είναι απολύτως απαραίτητο, προκειμένου να μην μείνει ένας κομμένος κορμός να χάσκει, αλλά να φυτευτεί άμεσα ένα νέο δένδρο στη θέση του παλιού.
Η Αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος και Ποιότητας Ζωής του Δήμου Περιστερίου, Μαίρη Τσιώτα, συμφωνεί με την τοποθέτηση του κ. Μπακογιάννη ότι οι μουριές είναι κομμάτι της ταυτότητας της πρωτεύουσας. Για την ίδια «είναι χαρακτηριστικό του Περιστερίου, άρα το σενάριο αντικατάστασης των χαμένων δέντρων με νεαρές μουριές, σε καμία περίπτωση δεν απορρίπτεται». Το Περιστέρι έχει επίσης μια ξεχωριστή ιστορία στη μάχη με τον ξυλότριχο. «Πριν λίγα χρόνια σε συνεργασία με τον κ. Πετράκη καταφέραμε να σώσουμε τους ευκαλύπτους του Άλσους Περιστερίου, έτσι προσπαθήσαμε να σώσουμε και τις μουριές. Στην αρχή επιχειρήσαμε να βάλουμε παγίδες για το έντομο, οι οποίες όμως βανδαλίστηκαν από πολίτες που δεν καταλάβαιναν σε τι χρησιμεύουν. Τώρα εφαρμόζουμε μια θεραπεία κατά την οποία εμποτίζουμε με βιολογικά υγρά τα δέντρα και τα απομονώνουμε μέχρι να “ποτίσουν”, ώστε να μην παρακωλυθεί η διαδικασία από άλλον εξωγενή παράγοντα. Η θεραπεία αυτή έχει λειτουργήσει κατά 80% αλλά παρατηρούμε νέες μολύνσεις, ακόμα και δέντρα που έχουν ξαναμολυνθεί. Τελευταία, έχουμε προχωρήσει σε μια εφάπαξ επαναληπτική θεραπεία» λέει η κ. Τσιώτα. «Είναι ένα θέμα που το παρακολουθούμε στενά. Σε αυτή τη φάση καταγράφουμε και θεραπεύουμε όπου είναι δυνατό, τα δέντρα που χάσαμε θα κοπούν με ειδική κοπή και διαδικασία για την αποφυγή περαιτέρω μολύνσεων και θα αντικατασταθούν».
Όσον αφορά τον δήμο Μοσχάτου-Ταύρου, μπορεί μέχρι τώρα η Πειραιώς να ήταν γεμάτη μουριές, αλλά αυτό δεν θα συνεχιστεί, αφού αναμένεται να αντικατασταθούν με άλλο είδος. Η εκτίμηση του κ. Μπαντούλη, γεωπόνου του Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου είναι ότι «η μουριά ήταν μια άριστη επιλογή για Αθήνα τόσα χρόνια. Αλλά η αποδυνάμωσή της οφείλεται μεταξύ άλλων και στην αύξηση της θερμοκρασίας που ευνοεί την επιβίωση του εντόμου εξαιτίας των ηπιότερων χειμώνων». Το Μοσχάτο δεν εφαρμόζει θεραπεία, για παρόμοιους λόγους με την Καλλιθέα: τα δέντρα είναι κουρασμένα και μεγάλα σε ηλικία και η προσβολή τους από τον ξυλότριχο είναι δευτερογενής, καθώς έχουν προηγηθεί άλλοι μικροοργανισμοί. Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα εμφανίζεται στην Πειραιώς και τους κεντρικούς δρόμους, οι γεωπόνοι υποθέτουν ότι «το πρόωρο κλάδεμα σε αυτά τα σημεία, για λόγους χρηστικούς και λειτουργικούς για τους πολίτες, κατέστησε τα δέντρα περισσότερο ευάλωτα. Οι τομές του κλαδέματος στα ήδη – πρωτογενώς– μολυσμένα δέντρα διευκόλυναν τον ξυλότριχο να τα αποτελειώσει. Αντίθετα, οι μουριές μέσα στα αλσύλλια σώθηκαν ακριβώς επειδή ο Δήμος μπορούσε να καθυστερήσει το κλάδεμα».Ο κ. Παπαδούλης, καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου που συνεργάζεται με τον Δήμο Αθηναίων για τις μουριές του κέντρου, τονίζει ότι το πρόβλημα είναι τόσο ευρύ που «θα έπρεπε να είχε επέμβει η Περιφέρεια Αττικής. Μεμονωμένα ο κάθε Δήμος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση». Ωστόσο ο ίδιος εμφανίζεται αισιόδοξος ότι δεν θα εκλείψουν οι μουριές της Αθήνας, όπως αυτό δεν συνέβη και με τους φοίνικες παλιότερα. «Κάποια δέντρα ήταν ήδη γερασμένα και τσιμεντοποιημένα, ο ξυλότριχος απλά τα αποτελείωσε». Αναφορικά με την αποκατάσταση των δέντρων, για τον κ. Παπαδούλη «μόνο συγκεκριμένες μελέτες θα μας υποδείξουν τι είδος μπορούμε να φυτέψουμε και πού. Δεν μπορούμε να φυτέψουμε κουκουναριές στην Αλεξάνδρας, για παράδειγμα». Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που αντιμετωπίζει πρόβλημα με τον ξυλότριχο. «Οι Ισπανοί αντιμετώπισαν τον ξυλότριχο με παρόμοιο τρόπο με εμάς, ενώ η Ιταλία δεν έκανε απολύτως τίποτα», λέει ο κ. Παπαδούλης.
Αν και γνωρίζουμε από τι πεθαίνουν οι μουριές της Αθήνας, μοιάζει αδύνατο να τις σώσουμε εύκολα.