Το αναπτυξιακό μας μοντέλο και η ανάγκη ενός πιο ενεργού ρόλου της κοινωνίας. Είναι οι δύο ελέφαντες στο δωμάτιο της συζήτησης για τη κλιματική αλλαγή. Τα όρια των φυσικών πόρων εξαντλούνται τάχιστα. Η φράση- κλειδί είναι να καταναλώνουμε λιγότερο απ’ όσα παράγει ο πλανήτης. Ο δεύτερος ελέφαντας αφορά την ίδια τη κοινωνία. Χρόνια τώρα οι κυβερνήσεις της χρύσωναν το χάπι, υποσχόμενες μαγικές λύσεις που δεν υπάρχουν. Η κοινωνία πρέπει να γίνει πιο ενεργή, να φύγει από το ρόλο του παθητικού παίκτη.
Το αναπτυξιακό μας μοντέλο και η ανάγκη ενός πιο ενεργού ρόλου της κοινωνίας. Είναι οι δύο ελέφαντες στο δωμάτιο της συζήτησης για τη κλιματική αλλαγή. Ο ένας αφορά το παραγωγικό μοντέλο του πλανήτη. Τα όρια των φυσικών πόρων εξαντλούνται τάχιστα. Η φράση- κλειδί είναι να καταναλώνουμε λιγότερο απ’ όσα παράγει ο πλανήτης. Ο δεύτερος ελέφαντας αφορά την ίδια τη κοινωνία. Χρόνια τώρα οι κυβερνήσεις της έκλειναν το μάτι, της χρύσωναν το χάπι, υπόσχονταν μαγικές λύσεις για το κλίμα που δεν υπάρχουν. Η κοινωνία πρέπει να γίνει πιο ενεργή, να φύγει από το ρόλο του παθητικού παίκτη.
Με άλλα λόγια πρέπει ο καθένας από εμάς να συνεισφέρει στο βαθμό που του αναλογεί και μπορεί. Το είδαμε και στην πανδημία, το βλέπουμε και αλλού. Κανένα μέτρο δεν φέρνει αποτελέσματα αν δεν πειστούμε εμείς οι ίδιοι ότι πρέπει να αλλάξουμε συνήθειες.
Το δεύτερο και πιο δύσκολο κεφάλαιο είναι αυτό που μας καλεί να ξαναδούμε το συμβατικό τρόπο ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας. Οι επιστήμονες συνιστούν όλο και περισσότερο να μπει φρένο στην αλόγιστη σπατάλη πόρων, μιλώντας για ένα διαφορετικό μοντέλο που θα λαμβάνει υπόψιν τα όρια του πλανήτη, τα όρια των φυσικών πόρων και θα οδηγεί σε μια βιώσιμη και πιο δίκαιη ανάπτυξη. Αλλά δεν νοείται φρένο όταν σήμερα το 1% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πάνω από το 50% των πόρων του πλανήτη. Ούτε όταν συνεχίζουμε να αναπαράγουμε το μοντέλο ότι η ευτυχία συνδέεται με περισσότερη κατανάλωση.
Εδώ και καιρό, επιστήμονες και διεθνείς οργανισμοί εισάγουν δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης (ESG) για την μέτρηση των οικονομιών. Το ίδιο κάνουν οι αγορές και οι επιχειρήσεις. Η επιλογή πλέον μιας επένδυσης δεν έχει μόνο ποσοτικά κριτήρια τα οποία βασίζονται στις προοπτικές και το επιχειρηματικό πλάνο μιας εταιρείας αλλά και ποιοτικά. Πως χρησιμοποιεί τους φυσικούς πόρους, πόσο συνεπής είναι με τις δεσμεύσεις της για το περιβάλλον, ποια η επίδοσή της στην κυκλική οικονομία, ποια η επιστροφή του πλούτου που δημιουργεί στην κοινωνία. Βάσει αυτών των επιδόσεων οι εταιρείες αξιολογούνται, παίρνουν σκορ, κατατάσσονται σε λίστες που δείχνουν πόσο κοντά ή μακριά είναι στην εφαρμογή και την τήρηση αυτών των προτύπων. Τις βαθμολογούν ανεξάρτητοι πιστοποιημένοι οργανισμοί και ένας συγκεκριμένος βαθμός τις συνοδεύει έως την επόμενη αξιολόγησή τους.
Τέτοιοι δείκτες παίζουν όλο και μεγαλύτερη σημασία διεθνώς και για τις ίδιες τις χώρες. Αν μοιράζαμε για παράδειγμα ισότιμα τους φυσικούς πόρους που παράγει ο πλανήτης, από το οξυγόνο έως τα τρόφιμα και τα αλιεύματα, θα βλέπαμε ότι εμείς καταναλώνουμε τους πόρους που μας αναλογούν μέσα σε ένα εξάμηνο. Το υπόλοιπο είναι δάνειο από άλλες χώρες του πλανήτη ή από την επόμενη γεννεά.
Βέβαια, οι μεσαίες τάξεις της Κίνας και της Ινδίας ονειρεύονται μια ζωή όπως αυτή του μέσου Αμερικανού και του μέσου Ευρωπαίου. Έχουν μάθει ότι η ευημερία αποτυπώνεται με το μέγεθος της κατανάλωσης. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Δεν είμαι ουτοπιστής. Γνωρίζω ότι τέτοιες αλλαγές απαιτούν μια παγκόσμια συμφωνία και απέχουμε αρκετά ακόμη από αυτήν. Διεθνώς ωστόσο, έχουν αρχίσει ήδη οι πρώτες τέτοιες συζητήσεις, εξαιρετικά αμήχανες για την ώρα. Ένα πρώτο βήμα της συνταγής είναι το γεγονός ότι η μία μετά την άλλη οι χώρες καθιστούν πιο κοστοβόρες δραστηριότητες που αποδεδειγμένα ρυπαίνουν. Από μόνο του δεν αρκεί.
Σήμερα βιώνουμε δύο παράλληλες κρίσεις. Την κλιματική αλλαγή και την κατάρρευση της βιοποικιλότητας. Διάγουν παράλληλους βίους. Και πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε μαζί. Τι εννοώ; Τα δάση που χάσαμε τις τελευταίες ημέρες στην Ελλάδα δεν είναι απλοί κορμοί δέντρων. Είναι ολόκληρα οικοσυστήματα. Χάσαμε μέρος της πιο αποτελεσματικής ασπίδας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η ανθρωπότητα αναζητά τον καινούργιο της βηματισμό. Ξέρει προς τα που πηγαίνουν τα πράγματα, φοβάται ακόμη να πάρει τις αποφάσεις που θα την οδηγήσουν εκεί.
Ο Νίκος Χαραλαμπίδης είναι Γενικός Διευθυντής στο ελληνικό Γραφείο της Greenpeace
πηγή: Liberal