Δέκα προγράμματα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις


Η έμφαση στην καταπολέμηση του κορωνοϊού τείνει να δημιουργήσει μια κατάσταση εφησυχασμού για την επόμενη ημέρα της οικονομίας, η οποία στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2021. Εχει δημιουργηθεί η αυταπάτη ότι η ελληνική οικονομία θα επανεκκινήσει από εκεί που σταμάτησε, με τον ίδιο τρόπο και με τα ίδια χαρακτηριστικά. Το γεγονός ότι από τις 700.000 επιχειρήσεις μόλις οι 20.000 πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια χρηματοδότησης είναι ενδεικτικό της επιχειρηματικής ένδειας της χώρας.

Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μικρομεσαίες και συνεισφέρουν σημαντικά στην απασχόληση και τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία. Υπάρχουν, βέβαια, σοβαρότατα προβλήματα στα συστήματα οργάνωσης και διοίκησης των επιχειρήσεων αυτών, τα οποία επιτάθηκαν από τις συνέπειες τις πανδημίας. Αλλά τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για την εκπόνηση μιας συνολικής στρατηγικής για τον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε νέα πρότυπα λειτουργίας και σε μεγαλύτερες κλίμακες παραγωγής. Επειδή ο σχεδιασμός μεγάλων πρωτοβουλιών δεν είναι το δυνατό σημείο της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, είναι σκόπιμο να εξετάσουμε τι γίνεται για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. και να αντλήσουμε τα κατάλληλα συμπεράσματα.

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τους αιμοδότες των ευρωπαϊκών οικονομιών, στις οποίες προσφέρουν τα 2/3 της απασχόλησης και δημιουργούν περισσότερο από το μισό της προστιθέμενης αξίας στην οικονομία. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όμως, έχουν πληγεί σκληρά από την προϊούσα εξέλιξη του κορωνοϊού. Σχετική έρευνα της McKinsey αποκαλύπτει ότι για το 70% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τα έσοδα έχουν μειωθεί σημαντικά, το 20% από αυτές έχει σταματήσει να εξυπηρετεί τα δάνειά του και έχει απολύσει προσωπικό, ενώ το 28% δηλώνει ότι έχει εγκαταλείψει τα επενδυτικά του σχέδια. Οι μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δηλώνουν ότι δεν θα αντέξουν περισσότερο από 12 μήνες, παρά το γεγονός ότι έχουν ήδη λάβει οικονομικές ενισχύσεις από τις κυβερνήσεις των χωρών τους.

Οι στρατηγικές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στοχεύουν όχι μόνο στη βραχυπρόθεσμη υποστήριξή τους για να ξεπεράσουν τις συνέπειες της πανδημίας, αλλά κυρίως στην ενίσχυση των αναπτυξιακών προοπτικών την επόμενη μέρα με μια σειρά προγραμμάτων που στοχεύουν στη μείωση του κενού παραγωγικότητας μεταξύ των μικρομεσαίων και των μεγάλων επιχειρήσεων.

Οι ευρωπαϊκές στρατηγικές για την ενίσχυση της παραγωγικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν διπλό στόχο. Πρώτον, οι βελτιώσεις στα συστήματα οργάνωσης και διοίκησης μπορούν να βασιστούν στα ήδη δοκιμασμένα συστήματα των μεγάλων επιχειρήσεων χωρίς να χαθεί χρόνος σε νέες αναζητήσεις. Και δεύτερον, για τις εταιρείες start-up, που αποτελούν ένα κρίσιμο υποσύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενδείκνυται η άμεση εφαρμογή των πιο προωθημένων συστημάτων χωρίς την παρεμβολή των παραδοσιακών μεθόδων.

Το φάσμα των προγραμμάτων ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μπορεί να ταξινομηθεί σε δέκα κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αφορά προγράμματα ενίσχυσης της έννοιας της επιχειρηματικότητας στον πληθυσμό με την εισαγωγή κατάλληλων μαθημάτων στη βασική και την ανώτερη εκπαίδευση. Η δεύτερη κατηγορία αναφέρεται σε κυβερνητικά προγράμματα ανάδειξης μιας πόλης ή μιας περιοχής σε start-up hub για την ενίσχυση των εφαρμογών της έρευνας και της καινοτομίας. Η τρίτη κατηγορία προγραμμάτων περιλαμβάνει δράσεις ενίσχυσης της χρηματοδότησης των start-ups μέσω κρατικών φορέων που παρέχουν venture capital. Η τέταρτη κατηγορία προγραμμάτων στοχεύει στην ενίσχυση της κλίμακας παραγωγής και της αντοχής των επιχειρήσεων μέσω των εξαγορών και συγχωνεύσεων, αλλά και με τη διευκόλυνση της χρηματοδότησης και την ένταξη σε δίκτυα εφοδιασμού ή εξαγωγών. Η πέμπτη κατηγορία αφορά προγράμματα βελτίωσης των δομών οργάνωσης, διοίκησης και παραγωγής με τη δημιουργία έτοιμων μοντέλων που έχουν προκύψει από την κατάλληλη προσαρμογή των αντίστοιχων μηχανισμών που χρησιμοποιούν οι μεγάλες επιχειρήσεις. Η έκτη κατηγορία προγραμμάτων στοχεύει στην εισαγωγή των σύγχρονων τεχνολογιών στην καθημερινή λειτουργία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως artificial intelligence, data analysis, blockchain.

Η έβδομη κατηγορία προγραμμάτων ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και επίκαιρη. Αφορά στην εισαγωγή ενός «συμπληρωματικού νομίσματος» σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ή τομέα της οικονομίας. Τα νομίσματα αυτά είναι μόνο ψηφιακά (digital) και έχουν την ίδια ισοτιμία με το επίσημο νόμισμα της χώρας και στοχεύουν στην ενίσχυση των πιστώσεων προς τις τοπικές επιχειρήσεις ή την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών. Παραδείγματα τέτοιων συμπληρωματικών νομισμάτων αποτελούν τα εξής: το WIRfranc της Ελβετίας, το Sardex στη Σαρδηνία της Ιταλίας, το Brixton Pound και το Bristol Pound στις αντίστοιχες πόλεις της Μεγάλης Βρετανίας, τα νομίσματα La Pita and Ekhi στην Ισπανία και το Bangla-Pesa στη Μομπάσα της Κένυας. Η χρησιμότητα των νομισμάτων αυτών αναδεικνύεται κυρίως σε περιόδους υφέσεων και οικονομικών κρίσεων, όταν περιορίζεται η πιστωτική πολιτική του τραπεζικού συστήματος.

Η όγδοη κατηγορία προγραμμάτων ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αφορά στη μείωση του υψηλού κόστους ίδρυσης και έναρξης δραστηριοτήτων μιας μικρής επιχείρησης. Η ένατη κατηγορία προγραμμάτων αφορά στη μερική παροχή κρατικών εγγυήσεων των δανείων των επιχειρήσεων με στόχο τη μείωση των κόκκινων δανείων. Και τέλος, η δέκατη κατηγορία αφορά στη δημιουργία μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέσω της οποίας γίνονται όλες οι δοσοληψίες μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της Πολιτείας (υπηρεσίες, ενημέρωση, παροχή δεδομένων, πληρωμή φόρων κ.λπ.).

πηγή: ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ – Μιλτιάδης Νεκτάριος