«Οι διάφορες μορφές της ζωής είναι ταυτόχρονα η μήτρα των οικοσυστημάτων που επιτρέπει τη ζωή στη Γη και το βαρόμετρο αυτού που κάνουμε να ζει ο πλανήτης μας», γράφει ο γενικός διευθυντής του WWF Μάρκο Λαμπερτίνι.
«Και αδιαφορώντας για την τύχη τους, τρέχουμε προς το χαμό μας», προειδοποιεί.
Από το 1970 ως το 2010, ο Δείκτης Ζωντανός Πλανήτης –που μετρά την εξέλιξη 10.380 πληθυσμών 3.038 ειδών θηλαστικών, πτηνών, ερπετών, αμφιβίων και ψαριών– σημείωσε πτώση κατά 52%.
Και «αυτή η βαριά τάση δεν δίνει καμιά ένδειξη επιβράδυνσης», σύμφωνα με τη 10η έκδοση της έκθεσης, κατά την οποία είναι ακόμη δυνατό να δράσουμε για να ανατρέψουμε αυτή τη μείωση και να συνδυάσουμε ανάπτυξη και διαφύλαξη του περιβάλλοντος.
Η περισσότερο πληγείσα ζώνη είναι η Λατινική Αμερική (-83%), ακολουθούμενη από κοντά από την περιφέρεια Ασίας-Ειρηνικού, και το μεγαλύτερο τίμημα πλήρωσαν τα είδη του γλυκού νερού (-76%), όταν τα χερσαία και τα θαλάσσια είδη μειώθηκαν κατά 39%.
Η ανακοινωθείσα μείωση κατά 52% είναι πολύ πιο έντονη απ” ό,τι στις προηγούμενες εκθέσεις εξαιτίας αλλαγών στον τρόπο υπολογισμού οι οποίες προτείνουν μια πιο πιστή απεικόνιση της παγκόσμιας κατανομής των ειδών των σπονδυλωτών, διευκρινίζει η μη κυβερνητική οργάνωση που ειδικεύεται στην προστασία ειδών που κινδυνεύουν.
Στην τελευταία από τις διετείς αυτές εκθέσεις της, η οποία χρονολογείται από το 2012, το WWF ανέφερε μια μείωση κατά 28% των άγριων ειδών από το 1970 ως το 2008. Ο δείκτης δεν κάλυπτε τότε παρά 2.699 είδη.
Οι αιτίες αυτής της μείωσης: η απώλεια και η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων (εξαιτίας της γεωργίας, της δημιουργίας πόλεων, της αποδάσωσης, της άρδευσης, των υδροηλεκτρικών φραγμάτων…), το κυνήγι και η υπεραλιεία και η κλιματική αλλαγή.
Έτσι πολυάριθμα ψάρια και ζώα των παραλίων έχουν εξαφανισθεί από το Κουρόνγκ, μια ζώνη της νότιας Αυστραλίας όπου η άντληση υδάτων για άρδευση έχει αυξήσει την αλμυρότητα.
Ή επίσης στην Αφρική, οι περιοχές όπου ζει ο ελέφαντας δεν αντιπροσώπευαν πια το 1984 παρά μόνο περίπου το 7% της ιστορικής περιοχής του. Ακόμη και σ” αυτές τις συνθήκες, εξαιτίας της λαθροθηρίας, ο αριθμός των ελεφάντων μειώθηκε από το 2002 ως το 2011 κατά 60%.
Η ανθρωπότητα υπερεκμεταλλεύεται τη Γη, καταναλώνει περισσότερους φυσικούς πόρους απ” όσους μπορεί να αποκαταστήσει ο πλανήτης: καταναλώνει περισσότερα ψάρια απ” όσα γεννιώνται, εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα απ” όσο μπορούν να απορροφήσουν τα δάση και οι ωκεανοί…
«Σήμερα χρειαζόμαστε τη δημιουργική δυνατότητα μιάμισης Γης για να έχουμε στη διάθεσή μας τις οικολογικές υπηρεσίες που απολαμβάνουμε κάθε χρόνο», υπενθυμίζει το WWF.
Και η «βιο-ικανότητα», δηλαδή η διαθέσιμη επιφάνεια για να εξαφαλισθούν αυτά τα αγαθά και οι υπηρεσίες, δεν σταματάει να συρρικνώνεται με την παγκόσμια δημογραφική έκρηξη.
Από το 1961 ως το 2010, ο πληθυσμός αυξήθηκε από 3,1 σε σχεδόν 7 δισεκ. κατοίκους και η διαθέσιμη κατά κεφαλήν βιο-ικανότητα από 32 σε 17 στρέμματα παγκοσμίως.
«Καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός πρόκειται να φθάσει τα 9,6 δισεκ. κατοίκους το 2050 και τα 11 δισεκ. το 2100, η διαθέσιμη βιο-ικανότητα για καθέναν από εμάς θα συνεχίσει να μειώνεται (…) μέσα σ” ένα κόσμο που χαρακτηρίζεται από την υποβάθμιση των εδαφών, την έλλειψη γλυκού νερού και την άνοδο του κόστους της ενέργειας».
Ποιός φταίει; Οι πλουσιότερες χώρες είναι συνολικά αυτές των οποίων το οικολογικό αποτύπωμα ανά κάτοικο είναι το πιο υψηλό.
Το 2010 το Κουβέιτ ερχόταν επικεφαλής και ακολουθούσαν το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Δανία, το Βέλγιο, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, η Σιγκαπούρη, οι ΗΠΑ, το Μπαχρέιν και η Σουηδία. Η Γαλλία βρισκόταν στην 23η θέση και στην προτελευταία θέση ήταν η Κίνα, η οποία κατέχει ωστόσο την πρώτη θέση για το συνολικό αποτύπωμά της, μπροστά από τις ΗΠΑ και την Ινδία.
«Η χρήση των φυσικών πόρων και των οικολογικών υπηρεσιών των χωρών με υψηλά εισοδήματα είναι πέντε φορές πιο αυξημένη κατά κεφαλήν απ” ό,τι στις χώρες με χαμηλά εισοδήματα» και συνεπώς για να διατηρήσουν το βιοτικό επίπεδό τους, οι πλούσιες χώρες καταφεύγουν ευρέως στην βιο-ικανότητα άλλων.
Αν ζούσαμε όλοι όπως ζουν οι πολίτες του Κατάρ, θα χρειαζόμασταν 4,8 πλανήτες — 3,9 αν ήμασταν όλοι Αμερικανοί και 1,4 αν ήμασταν όλοι Νοτιοαφρικανοί.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ