Οι αδικίες του νέου ασφαλιστικού ενισχύουν τη μαύρη εργασία

Σύνταξη που αντιστοιχεί ακόμη και στο 107% του μέσου μισθού βγάζει ο… λογαριασμός του νόμου Κατρούγκαλου, αρκεί να πρόκειται για χαμηλόμισθους, με συντάξιμες αποδοχές κοντά στα 600 ευρώ. Στον αντίποδα, ασφαλισμένοι με μισθό 5.860 ευρώ κατά τη διάρκεια των 40 ετών ασφάλισης, θα λάβουν σύνταξη κάτω και από το 50% των συντάξιμων αποδοχών τους. Το έλλειμμα ανταποδοτικότητας του νέου συστήματος αναμένεται να αποτελέσει ένα από τα θολά σημεία της νέας διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των δανειστών, ειδικά στην περίπτωση που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμείνει στο ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων εφόσον «οι συνθήκες αλλάξουν». Αλλωστε, το ΔΝΤ εξαρχής έχει εκφράσει την άποψη ότι και το νέο σύστημα παραμένει δαπανηρό, άδικο για τη νέα γενιά, και προβληματικό ως προς την ανταποδοτικότητα των εισφορών με τις παροχές, με αποτέλεσμα να δημιουργεί κίνητρα για ανασφάλιστη εργασία.

Το υπουργείο Εργασίας, πάντως, παραδέχεται ότι «το νέο σύστημα προστατεύει ιδιαίτερα τους χαμηλόμισθους, διατηρώντας την ανταπόδοση για όσους καταβάλλουν υψηλές εισφορές». Συγκεκριμένα, δέχεται ότι ο νόμος του 2016 προβλέπει ενισχυμένα ποσοστά αναπλήρωσης στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα και ικανοποιητικά ποσοστά στα υψηλά εισοδήματα. Διατυπώνει δε, την άποψη ότι οι στόχοι της αναδιανεμητικής και ανταποδοτικής λειτουργίας του συστήματος επιτυγχάνονται με όρους κοινωνικής αλληλεγγύης.

Οι ειδικοί από την πλευρά τους επισημαίνουν ότι το ελληνικό μνημονιακό νομοθετικό πλαίσιο, όπως έχει διαμορφωθεί από το 2010 και μετά, έχει εξωθήσει το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης εκτός των βασικών αρχών της κοινωνικής ασφάλισης. Με αποκορύφωμα, δε, τις τελευταίες παρεμβάσεις με τους νόμους Κατρούγκαλου του 2016 αλλά και Αχτσιόγλου-Τσακαλώτου του 2017, οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί να υποστηριχθεί τεχνικά, ουσιαστικά και κοινωνικά ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης ανταποκρίνεται στις αρχές της αλληλεγγύης των γενεών, της αναλογικότητας των εισφορών παροχών και της αρχής της ισότητας. Στην πράξη, ικανοποιεί μόνο την αρχή της επιχορήγησης των υψηλότερων εισοδηματικών κλιμακίων προς τα χαμηλότερα. Για τον λόγο αυτό, όπως επισημαίνουν στο βιβλίο τους «Η Οδύσσεια του ασφαλιστικού» οι ειδικοί Σάββας Ρομπόλης και Βασίλης Μπέτσης, και το νέο σύστημα θεωρείται απολύτως δημοσιονομικό και εισπρακτικό. Ακόμη και στην περίπτωση των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων, που το τελευταίο διάστημα βρίσκονται στο μικροσκόπιο του οικονομικού επιτελείου, με στόχο τον περιορισμό της κάθετης πτώσης των φορολογικών εσόδων, οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης επισημαίνουν ότι οι συνεχείς αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των εισφορών έχει αρνητικά αποτελέσματα στα δημόσια οικονομικά, ενώ παράλληλα καθηλώνει τους μη μισθωτούς ασφαλισμένους σε συντάξεις ακόμη και των 500 ευρώ μεικτά. Υπογραμμίζουν δε, ότι συντάξεις που θα λάβουν στο τέλος του εργάσιμου βίου τους, θα αντιστοιχούν στο 53% των εισφορών που έχουν δώσει.

Συνολικά, οι δύο ειδικοί εκτιμούν στο τελευταίο τους βιβλίο, βάσει των στοιχείων που διαθέτουν, ότι δεν επαληθεύεται η προσδοκία ανταπόδοσης του νομοθέτη για όσους ασφαλισμένους καταβάλλουν υψηλές εισφορές, δεδομένου ότι με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης δεν εφαρμόζεται πλέον η αρχή της αναλογικότητας εισφορών παροχών, τόσο για τους ήδη συνταξιούχους (λόγω της κατάργησης μέρους ή όλης της προσωπικής διαφοράς) όσο και για τους μελλοντικούς. Αφήνοντας ανοικτό για το μέλλον, το ενδεχόμενο μιας νέας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης…

Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – ΡΟΥΛΑ ΣΑΛΟΥΡΟΥ