Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “Δημοκρατία” (30/5/2023).
Σε έκθεση της η Κομισιόν προχωρά σε συστάσεις προς τα κράτη-μέλη που εντείνουν την ανησυχία μας για έλευση δύσκολων ημερών στην οικονομία.
Ειδικότερα, 1 από τις 4 συστάσεις προς τη χώρα μας είναι να τερματίσει τα ισχύοντα μέτρα στήριξης της ενέργειας έως το τέλος του 2023, χρησιμοποιώντας την σχετική εξοικονόμηση για τη μείωση του δημόσιου ελλείμματος. Όπως αναφέρει, σε περίπτωση ανανέωσης των αυξήσεων στην τιμή της ενέργειας που θα απαιτήσουν μέτρα στήριξης, να διασφαλιστεί ότι αυτά στοχεύουν στην προστασία στα ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, να είναι δημοσιονομικά προσιτά και να διατηρούν κίνητρα εξοικονόμησης ενέργειας.
Δηλαδή ουσιαστικά ζητάνε από τη χώρα να σταματήσει την στήριξη προς ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, άρα και του επιχειρείν. Και αυτό σε μία χρονική συγκυρία που η ακρίβεια παραμένει και οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη, όπως τα τρόφιμα, συνεχίζονται κανονικά. Κάτι που σημαίνει ότι την ώρα που πολλοί συνάνθρωποι μας δυσκολεύονται πραγματικά να βγάλουν τις υποχρεώσεις του μήνα, ανακοινώνεται ότι περιορίζονται οι πιθανότητες ενίσχυσης αυτών των καταναλωτών.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια του χειμώνα η ελληνική κοινωνία αντιμετώπισε έντονο πρόβλημα με τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου ή πετρελαίου και χρειάστηκε η κυβέρνηση να λάβει έκτακτα μέτρα –δηλαδή επιδοτήσεις- ώστε να μπορέσουν οι καταναλωτές να ανταποκριθούν στους «φουσκωμένους» λογαριασμούς που ελάμβαναν.
Με δεδομένη λοιπόν την ακρίβεια που παραμένει, την ανασφάλεια που κυριαρχεί στην κοινωνία αλλά και την καθυστέρηση που παρατηρείται κάθε φορά που η Κομισιόν καλείται να λάβει αποφάσεις για την στήριξη των ευρωπαίων πολιτών, εκτιμώ ότι η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να προσπαθήσει να πείσει τις Βρυξέλλες για την ανάγκη παράτασης έστω κάποιων από τα μέτρα που ίσχυαν.
Καταλαβαίνουμε όλοι ότι βαδίζουμε σε αυστηροποίηση της εφαρμογής μέτρων ώστε να μην υπάρξει καμία απειλή δημοσιονομικού «εκτροχιασμού», όμως είναι αναγκαίο να γίνει κατανοητό από τους εταίρους ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να λαμβάνονται αποφάσεις με οριζόντιο χαρακτήρα. Η ελληνική οικονομία που τόσο έχει πληγεί από τη δημοσιονομική προσαρμογή τα χρόνια των μνημονίων, από τις συνέπειες της πανδημίας αλλά και της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης, δεν έχει τις ίδιες αντοχές με τις οικονομίες άλλων κρατών-μελών. Οπότε χρειάζεται μία πιο ήπια προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Ένα δίχτυ προστασίας, τόσο για πολίτες όσο και για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πρέπει να παραμείνει. Γιατί σε διαφορετική περίπτωση και εφόσον οι τιμές της ενέργειας επανέλθουν στα υψηλά επίπεδα που κυμαίνονταν τους προηγούμενους μήνες, ένα μεγάλο μέρος των καταναλωτών που κατά την Κομισιόν δεν θα ανήκει στους ευάλωτους, θα βρεθεί μπροστά στο απόλυτο αδιέξοδο.