Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “Το Ποντίκι” (4/8/2022).
Μία πρωτόγνωρη κατάσταση ακρίβειας, η οποία εξανεμίζει όπως ποτέ άλλοτε το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και την αναγκαία ρευστότητα των επιχειρήσεων, βιώνει το τελευταίο εξάμηνο η ελληνική αγορά.
Ο λόγος είναι ότι δεν έχει υπάρξει ποτέ μέχρι σήμερα παρόμοια περίοδος για τη χώρα μας, τουλάχιστον στα τελευταία 21 χρόνια του ευρώ, που οι ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά και προϊόντα να είναι τόσο ακραίες, ώστε να δημιουργούν την αμφιβολία σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για το αν θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα τους επόμενους έξι μήνες.
Τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό εξαμήνου του 2022 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021 καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος.
Χωρίς αμφιβολία, η λέξη «ραγδαία» είναι μάλλον φτωχή για να αποτυπώσει το μέγεθος της ανόδου των τιμών σε «ανελαστικά» για την τσέπη μας έξοδα, όπως είναι τα: υγραέριο και φυσικό αέριο (αύξηση 81,5%), ηλεκτρισμός (74,5%) και πετρέλαιο (55,6%).
Είναι γεγονός ότι οι παραπάνω αυξήσεις οφείλονται σε σημαντικό βαθμό στη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία και στα προβλήματα που έχουν προκληθεί στην προμήθεια ενέργειας από τη Ρωσία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θύμα της διεθνούς έντασης αποδεικνύεται και ο κλάδος των μεταφορών – logistics όπου οι τιμές αυξήθηκαν κατά 13%, και τα προϊόντα διατροφής – μη αλκοολούχα ποτά με 9,4%.
Παρ’ όλα αυτά η ακρίβεια είχε ήδη αρχίσει να «δείχνει τα δόντια της» από τον Νοέμβριο του 2021, δηλαδή πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, με το αλεύρι να έχει ανατιμηθεί σε ποσοστό της τάξεως του 33,3%, ενώ από πέρυσι τον Ιούνιο η αύξηση φτάνει στο 79,6%.
Επίσης τους τελευταίους οκτώ μήνες τα αβγά έχουν ακριβύνει κατά 33,8%, ενώ στο ίδιο διάστημα έχει αυξηθεί στο ράφι 8% το ελαιόλαδο, 15% το νωπό γάλα, 23,2% το ψωμί του τοστ, 41,3% οι πατάτες, 34,2% το αραβοσιτέλαιο, 18% η συσκευασμένη φέτα και 61% το ηλιέλαιο.
Ανεπαρκή τα μέτρα
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που τον τελευταίο μήνα έχουν δει το φως της δημοσιότητας δεκάδες έρευνες σχεδόν από όλους τους αρμόδιους επιχειρηματικούς και όχι μόνο φορείς οι οποίες αποτυπώνουν με τα μελανότερα των χρωμάτων το πώς βλέπουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις την κατάσταση στην οικονομία σήμερα αλλά και την προοπτική της για το επόμενο εξάμηνο.
Τα συμπεράσματα είναι ενδεικτικά της κατάστασης: Ο μισθός του μέσου νοικοκυριού εξαντλείται τη 12η μέρα του μήνα από τη 18η λίγους μήνες πριν, ενώ οι δείκτες καταναλωτικής και επιχειρηματικής πίστης εμφανίζονται να κάνουν εντυπωσιακή «βουτιά», παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακουφίσει τους Έλληνες πολίτες με μέτρα όπως το Power και Fuel Pass και τα voucher για την αντικατάσταση ηλεκτρικών συσκευών και τον κοινωνικό τουρισμό.
Τα μέτρα αυτά αποδεικνύονται ανεπαρκή παρά τις καλές κυβερνητικές προθέσεις και δεν παράγουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αν σκεφθεί κανείς ότι πάνω από οκτώ στους δέκα Έλληνες έχουν μειώσει τις αγορές καταναλωτικών αγαθών, μεταξύ των οποίων και είδη πρώτης ανάγκης όπως τρόφιμα κ.λπ., τους τελευταίους μήνες, ενώ πάνω από έξι στους δέκα Έλληνες θα πάνε λιγότερες μέρες ή και καθόλου διακοπές, όπως κατέδειξε η πρόσφατη έρευνα της Opinion Poll για το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
Αλλά και οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους δεν βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα καθώς, λόγω της ακρίβειας, βρίσκονται ενώπιον ενός πολύ δύσκολου διλήμματος.
● Να κρατήσουν τις τιμές στα πρότερα επίπεδα, κάτι που σημαίνει ότι θα πουλάνε χωρίς κέρδος ή ακόμα και με ζημιά για να κρατήσουν το τζίρο τους;
● Ή να αυξήσουν τις τιμές 30% και 40% για να διατηρήσουν τα υγιή περιθώρια κέρδους αλλά να δουν τον κύκλο εργασιών να κατακρημνίζεται;
«Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» δηλαδή για τους επιχειρηματίες, καθώς και οι ίδιοι γνωρίζουν ότι καμία επιχείρηση δεν μπορεί να λειτουργεί για μακρά περίοδο χωρίς κέρδος, ενώ από την άλλη ένα απότομο «ψαλίδι» στον τζίρο μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε αιφνίδιο «θάνατο», καθώς στερεί από την επιχείρηση το πολύτιμο «οξυγόνο» της ρευστότητας σε μία περίοδο μάλιστα έντονης αύξησης των τραπεζικών επιτοκίων.
Είναι ξεκάθαρο ότι απαιτούνται, εδώ και τώρα, νέες, πιο ουσιαστικές παρεμβάσεις για την τιθάσευση των τιμών και τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, στην κατεύθυνση της μείωσης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα και του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης, καθώς και της διευκόλυνσης αποπληρωμής των συσσωρευμένων οφειλών των επιχειρήσεων και της χρηματοδοτικής τους ενίσχυσής τους μέσω ευρωπαϊκών και άλλων πόρων.