Ο λόγος για τα δάκρυα της πόλης
«Και η ζωή επιβαρύνεται και δυσκολεύει.
Είναι δύσκολο, τελικά, να ζεις, εδώ, στα σκοτάδια, στους βρώμικους δρόμους.
Κάπου όπου οι άνθρωποι είναι αφιλόξενοι, απόμακροι, αποξενωμένοι. Αέναα άνθρωποι διστακτικοί, μυστήριοι, σκληροί.
Σκοτεινά και μπερδεμένα πρόσωπα με μάσκες προσποιητής αλήθειας που μαρτυρούν την ψεύτικη φύση τους.
Σε ένα μέρος όπου φοβάσαι να εκφραστείς κι όλα τα στόματα κλείνουν. Μετρημένοι και, τελικώς, κατατρεγμένοι οι εναπομείναντες ομιλητές.
Σε αυτό το μέρος το οποίο υπάρχει σε δύο παράλληλους και παντελώς διαφορετικούς κόσμους. Διχασμένους, φυσικά, σε δύο στρατόπεδα με διπλανούς που πλέον δεν μιλάνε.
Σώματα ριγμένα σε παγκάκια, ανθρώπους αγανακτισμένους που φωνάζουν τρέχοντας κι άλλους που ουρλιάζουν εσωτερικά, αλλά σιωπούν, παιδικές ψυχές που φυλακίζονται.
Με την εμπιστοσύνη κλονισμένη, με την αμφισβήτηση για τρόπο ζωής και με την επιθυμία υποταγμένη.
Θα αναγραφεί ως μέρος απρόσιτο για τους ανθρώπους.
–
Το φως σκοτεινιάζει και τα λουλούδια… τα μαραίνουν για να μην τα ξεριζώσουν απευθείας με το χέρι τους.
Προσφιλής τους τακτική διάψευσης κατηγοριών.
Κι από το βουνό ακούγονται φωνές του παρελθόντος, ενώ τα κτήρια διαπερνά κρύος άνεμος.
Μέρος για εξόριστους; Μα, πάντως, δύσκολο για να ζεις σε αυτό.»
Χριστιάνα Κρεββατά