Αντισηπτικά, καθαριστικά για το σπίτι, προϊόντα προσωπικής υγιεινής και άλλα καταναλωτικά αγαθά, όπως τετράδια, βιβλία, παπούτσια, ρούχα, κ.λπ., είναι οι βασικές κατηγορίες προϊόντων που ώθησαν τις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ κατά 5% την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, όπου οι καταναλωτές ετοιμάζονταν για τη νέα σεζόν, την έναρξη της σχολικής χρονιάς και για το νέο κύμα της πανδημίας.
Η συγκεκριμένη τάση δεν αποτελεί κάτι καινούργιο. Ξεκίνησε στα τέλη Φεβρουαρίου, όταν εντοπίσθηκε το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στην Ελλάδα (Θεσσαλονίκη), αλλά παγιώθηκε με το lockdown, όταν τα καταστήματα των αλυσίδων σούπερ μαρκετ ήταν το μόνο δίκτυο που παρέμεινε ανοικτό.
Εκείνη ήταν η στιγμή που τα σούπερ μάρκετ βρήκαν χώρο για να μετεξελιχθούν από καταστήματα κυρίως τροφίμων σε… πολυκαταστήματα, ροκανίζοντας τους τζίρους της υπόλοιπης αγοράς.
Αυτός είναι ο βασικός λόγος, όπως αναφέρουν πηγές του κλάδου, που τα σούπερ μάρκετ έχουν καταφέρει να μετριάσουν τις πιέσεις που δέχεται η οικονομία στο σύνολο της από την κατακόρυφη πτώση του τουριστικού ρεύματος και του δραστικού περιορισμού του εισοδήματος των Ελλήνων.
Ας δούμε όμως πώς κινήθηκε η αγορά την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου με βάση τα στοιχεία που συνέλεξε η εταιρεία μέτρησης της κατανάλωσης IRI.
Λοιπόν, την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου 31/8-6/9 ο τζίρος στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων σε 340 κατηγορίες προϊόντων που σκάναρε η IRI αυξήθηκε κατά 5% αγγίζοντας τα 120,5 εκατ. ευρώ από 114,81 εκατ. ευρώ που ήταν ο τζίρος τους την αντίστοιχη περίοδο έναν χρόνο πριν.
Από αυτό το καλάθι των 340 προϊόντων, οι πωλήσεις της κατηγορίας των τροφίμων αυξήθηκε κατά 3,4%, κατά 7,7% οι πωλήσεις των προϊόντων για το σπίτι, 7% της κατηγορίας προϊόντα προσωπικής υγιεινής και 10,1% όλων των άλλων προϊόντων.
Σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική κατανομή, οι πωλήσεις στην Αττική όπου “παράγεται” το 51,9% του συνολικού τζίρου της αγοράς αυξήθηκε κατά 5,3%, 4,1% στη Θεσσαλονίκη, 6,9% στην Κεντρική Ελλάδα, μόλις 0,4% στη Βόρεια Ελλάδα, 12,4% στην Πελοπόννησο ενώ πτωτικά -1,2% κινήθηκε ο τζίρος στην Κρήτη.
πηγή: Capital.gr – Της Αλεξάνδρας Γκίτση