Oι φωνές τους, ήταν μια μελωδία

Είμαι καθισμένος στο γραφείο μου, στην Παλαιών Πολεμιστών, απορροφημένος στον υπολογιστή μου και απομονωμένος από το γύρω περιβάλλον μου.

Έχω βυθιστεί σε όσα βλέπω στο facebook και για ένα ακόμα βραδάκι θα περάσω μπροστά στην οθόνη του.

Ξαφνικά αυτή την ηρεμία μου και ησυχία μου την διακόπτουν παιδικές φωνές έξω από το παράθυρό μου, γέλια και φασαρία που με βγάζουν από το λήθαργό μου.

Εκνευρίζομαι και βγαίνω έξω, να μαλώσω τα πιτσιρίκια που κάνουν φασαρία και δεν με αφήνουν στην ησυχία μου.

Τότε συνειδητοποιώ τι πήγα να κάνω.

Τότε κατάλαβα πόσο εμάς τους μεγάλους τα προβλήματα, οι έννοιες, η εποχή μας, μας έχουν αποξενώσει από την ζωή και τις μικρές χαρές.

Τότε θυμήθηκα τι έκανα και εγώ πιτσιρικάς, σίγουρα πιο πολύ φασαρία και οπωσδήποτε περισσότερες αταξίες, από τα σημερινά παιδιά που είναι σαφώς πιο συνειδητοποιημένα από εμάς στην ηλικία τους.

Είδα τα πιτσιρίκια και αισθάνθηκα ενοχές.

Ήταν το Μαράκι, ο Ηλίας, ο Γιώργος, μια μικρή που δεν γνωρίζω το όνομα της, δυο τρία άλλα παιδιά και ο Τζώνης.

Ανέφερα τελευταίο τον Τζώνη επειδή είναι παιδί αλλοδαπού. Παιδί διαμάντι. Παρέα με τα υπόλοιπα ελληνόπουλα και με άπταιστα ελληνικά, συμμετείχε στις «σκανδαλιές» ισότιμα.

Τότε κατάλαβα ακόμα ένα πράγμα πως τα παιδιά μας, ασχέτως καταγωγής είναι φίλοι, κάνουν παρέα, δεν έχουν ρατσιστικά αισθήματα μέσα τους και αυτό με έκανε να ντραπώ ακόμα πιο πολύ που πήγα να τα μαλώσω.

To σπουδαιότερο όμως ήταν, πως αυτά τα παιδιά δεν ήταν μπροστά σε έναν υπολογιστή αποξενωμένα, αλλά στο δρόμο και έπαιζαν ομαδικά και έδιναν ζωντάνια στη γειτoνιά, και οι φωνές τους πλέον ήταν μια μελωδία.

Μπήκα μέσα στο γραφείο μου και σαν «βρεγμένη γάτα» έκατσα μπροστά στον υπολογιστή μου να συνεχίσω το εποικοδομητικό μου έργο μπροστά στην οθόνη του…

Πάρις Βαμβακόπουλος