“Η Μεγαλόνησος” στην επετειακή εκδήλωση μνήμης “Το Αρκάδι των Αγγέλων”

Η Ένωση Κρητών Αγίας Βαρβάρας “Η Μεγαλόνησος” συμμετείχε την Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018 στην επετειακή εκδήλωση μνήμης “Το Αρκάδι των Αγγέλων”, που διοργάνωσε ο Σύλλογος Κρητών Φυλής “Η Μεγαλόνησος”.

Στην εκδήλωση συμμετείχαν πολλά κρητικά σωματεία, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Κρητικών Σωματείων, καθώς και άλλοι φορείς. Η εκδήλωση ξεκίνησε με επιμνημόσυνη δέηση στον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης στη μνήμη των ηρώων. Ακολούθησε πορεία και κατάθεση στεφάνων στο μνημείο πεσόντων αγωνιστών στην πλατεία Ηρώων, με τη συνοδεία της μπάντας του Δήμου.

Εν συνεχεία οι συμμετέχοντες συγκεντρώθηκαν στο Σύλλογο Κρητών Φυλής, όπου ο Πρόεδρος της Ένωσης Κρητών Αγίας Βαρβάρας Παντελής Πρεντάκης, ως κύριος ομιλητής της ημέρας, ανέπτυξε την ιστορική διαδρομή της Κρήτης στο βάθος των … αγώνων, με αποκορύφωμα το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Ακολούθησε η προβολή ντοκιμαντέρ, αφηγήσεις, μαρτυρίες και ριζίτικα για την ιστορική εκείνη ημέρα. Την επιμέλεια της εκδήλωσης είχε ο Γιάννης Μεγαλακάκης, χοροδιδάσκαλος του συλλόγου.

Η ομιλία του Προέδρου της Ένωσης Κρητών Αγίας Βαρβάρας, είχε ως ακολούθως:

“Αρκάδι … Ένα όνομα, την αναστόρηση του οποίου, κάθε κρητικός έχει συνδέσει με συσσωρευμένες αναρίθμητες εικόνες, με κορυφαία συναισθήματα και δομικές αξίες.

Ένας τόπος γεμάτος ιστορία στην καρδιά της Κρήτης μας, όχι μόνο λόγω της γεωγραφική του θέσης, αλλά κυρίως λόγω αυτής, της ίδιας, της ύπαρξής της… Της Κρήτης μας, που ξέρει να χαράζει στη συνείδηση των παιδιών της, το σημάδι της μάνας. Της πιο όμορφης αρχόντισσας, καθισμένης στο σημαντικότερο στρατηγικό σημείο της ανατολικής Μεσογείου, για να την βλέπουν και να την θέλουν όλοι… διαχρονικά! Ένα νησί με ζωή από τη Νεολιθική περίοδο, 5000 π.Χ. Με το θαυμαστό πολιτισμό της «χρυσής Μινωικής εποχής», για περίπου 1.500 χρόνια, την αίγλη του οποίου δεν κατάφεραν να σβήσουν ούτε κι αυτές οι μεγάλες φυσικές καταστροφές που υπέστη.

Ένας ευλογημένος τόπος, πρόκληση για τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που το 67 π.Χ. παρά τη σκληρή αντίσταση, πέρασε στα χέρια τους . Κληρονομιά του Βυζαντίου το 330 μ.Χ., μετά τη διάσπαση του ρωμαϊκού κράτους σε δυτικό και ανατολικό. Ακολούθησαν, αμέτρητες επιδρομές και εισβολείς, μα η Κρήτη άντεξε μέχρι το 824, που οι Σαρακηνοί κατέκτησαν το νησί. Η Αραβική κυριαρχία διήρκησε περίπου 150 χρόνια και παρά την βάρβαρη εκδίωξη, ο χριστιανικός πληθυσμός του νησιού, εξακολούθησε να επιβιώνει με συνεχείς αγώνες και αντίσταση, κυρίως στις ορεινές περιοχές. Μάης του 961 μ.Χ. και ο Βυζαντινός Νικηφόρος Φωκάς, προχώρησε στην απελευθέρωση του νησιού, μετά από μακροχρόνια σκληρή μάχη. Το 1204, η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Φράγκους κι ο λατίνος αυτοκράτορας παραχωρεί το νησί στον Βονιφάτιο Μονφερατικό, ο οποίος το πούλησε στους Βενετούς έξι χρόνια αργότερα. Η Ενετοκρατία διήρκεσε περίπου τέσσερις αιώνες και παρά την πολιτιστική ανάπτυξη, με σπουδαία έργα στο πεδίο των γραμμάτων, των τεχνών και της αρχιτεκτονικής, οι Βενετοί πάντα ήταν και λειτουργούσαν ως κατακτητές.

Συνέπεια αυτού, η έντονη δυσαρέσκεια των ντόπιων, αφορμή για αρκετά απελευθερωτικά κινήματα, τα περισσότερα εκ των οποίων καταπνίγονταν, αφού παρά τη γενναιότητα και τη φιλελευθερία των κρητών, εκφράζονταν ως κινήματα μεμονωμένων ομάδων ή οικογενειών. Διαχρονικά άλλωστε, οι κρητικοί έχουμε δυσκολία με την ομαδικότητα, τη συνεργασία και γενικά στο να θέσουμε το «εγώ» μας στην υπηρεσία του «εμείς», αδιαφορώντας για την υπεραξία που αυτά θα μας προσέφεραν. To 1645, 60.000 Τούρκοι με επικεφαλής τον Γιουσούφ Πασά, αποβιβάστηκαν στην Κρήτη και κατέλαβαν τα Χανιά και το Ρέθυμνο, ενώ μετά από σκληρή πολιορκία 21 ετών, στις 27 Σεπτεμβρίου 1669, ο Χάνδακας, το τελευταίο προπύργιο αντίστασης, παραδόθηκε από το Φραγκίσκο Μοροζίνη στον Τούρκο Αχμέτ Κιοπρουλή. Έτσι, σχεδόν ολόκληρη η Κρήτη, βρέθηκε στα χέρια των Τούρκων, βιώνοντας τη χειρότερη περίοδο στην ιστορία της σε όλα τα επίπεδα. Μεγάλες καταστροφές, δήμευση όλων των περιουσιών από το Σουλτάνο, σκληρό διωγμό του χριστιανικού στοιχείου, μετατροπή εκκλησιών σε τζαμιά, αιχμαλωσίες, βασανισμοί, σφαγές…

Οι Κρητικοί που δεν εγκατέλειψαν το νησί, παρά τις άθλιες συνθήκες φτώχειας και καταπίεσης, αντιστέκονταν διαρκώς με όποιο μέσο διέθεταν και με κάθε ευκαιρία. Φύση και θέση ελεύθεροι, γενναίοι, αλλά και θαρραλέοι μέχρι κουζουλάδας, δεν εγκατέλειψαν ποτέ τον αγώνα για μια ελεύθερη Κρήτη στην αγκαλιά της μητέρας Ελλάδας. Έτσι, παράλληλα με την επανάσταση του 1821 και μέχρι το 1824, οι Κρήτες κατάφεραν να απελευθερώσουν το νησί στο μεγαλύτερο μέρος του και αν ο Αιγύπτιος Μεχμέτ Άλη δεν προσέτρεχε σε βοήθεια του Σουλτάνου, η απελευθέρωση όλου του νησιού θα ήταν πια γεγονός. Ακολούθησε η σύσταση του Ελληνικού Κράτους, με συνθήκες που επέτρεψαν στο Σουλτάνο να δωρίσει την Κρήτη μας στην Αίγυπτο μέχρι το 1840, όπου οι εξεγέρσεις κορυφώθηκαν και τελικά μας δόθηκαν κάποια προνόμια. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την οργή των Τούρκων και τότε σημειώθηκαν οι πιο βίαιες συγκρούσεις πάνω στο νησί με αποκορύφωμα τη Μάχη της Κρήτης του 1866 και το αίτιο της σημερινής επετείου μνήμης, το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου στις 9 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Την κορυφαία πράξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών, σύμβολο ηρωισμού και θυσίας, αλλά και τη σημαντικότερη σελίδα της Κρητικής Επανάστασης του 1866.

Στις 14 Μαΐου 1866, η Παγκρήτια Συνέλευση που συνήλθε στα Χανιά, αποφάσισε να στείλει αναφορά στον Σουλτάνο με μια σειρά αιτημάτων σχετικά με την κακοδιοίκηση και την καταπίεση της τουρκικής εξουσίας. Παράλληλα, απέστειλε μυστικό υπόμνημα προς τους μονάρχες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, με το οποίο τους καλούσε να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ή να μεσολαβήσουν τουλάχιστον για τη χορήγηση από τον Σουλτάνο ενός «Οργανικού Νόμου». Στη συγκέντρωση αυτή συμμετείχε και ο Γαβριήλ Μαρινάκης, ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου και εκπρόσωπος του επαναστατικού αγώνα της περιοχής του Ρεθύμνου. Πλην της Ρωσίας, οι Μεγάλες Δυνάμεις αδιαφόρησαν, ενώ η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε ουδετερότητα.

Έτσι, οι Κρητικοί αποφάσισαν να ξεσηκωθούν μόνοι τους και ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης στις 21 Αυγούστου 1866, με το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος»! Στα Χανιά αρχηγός ανέλαβε ο Ιωάννης Ζυμβρακάκης, στο Ρέθυμνο ο Ελλαδίτης συνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος και στο Ηράκλειο, ο Μιχαήλ Κόρακας. Η εξέγερση θορύβησε το Σουλτάνο, ο οποίος αφού απέρριψε τα αιτήματα των Κρητών, έστειλε, στις 30 Αυγούστου 1866, τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, με εντολή να την καταστείλει. Ο Πασάς, γνωστός και ως Γκιριτλί δηλαδή Κρητικός, αρχικά, προσπάθησε να καλοπιάσει τους επαναστάτες και να τους πείσει να υπαναχωρήσουν. Όμως αυτοί, απηυδισμένοι με τα όσα επί πολλά χρόνια είχαν υποστεί, του αρνήθηκαν κι έτσι αποφάσισε να προχωρήσει το σχέδιο του για την κατάπνιξη της επανάστασης.

Στους δύο μήνες που ακολούθησαν, προχώρησε σε διαδοχικές επιχειρήσεις εκκαθάρισης στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και τελικά στη Μονή Αρκαδίου, που ήταν όχι μόνο η έδρα της τοπικής επαναστατικής επιτροπής, αλλά και αποθήκη πολεμοφοδίων, τροφίμων και καταφύγιο πολλών χριστιανών. Η μονή Αρκαδίου από την πρώτη στιγμή της Επανάστασης υπήρξε το επίκεντρο των αγώνων λόγω της σπουδαίας στρατηγικής της σημασίας. Το απόγευμα της 6ης Νοεμβρίου 1866, ο Πασάς έφθασε έξω από το μοναστήρι με 15.000 Τούρκους, Αλβανούς, Αιγυπτίους και Τουρκο-κρητικούς, αλλά και βαρύ πυροβολικό με 30 τηλεβόλα. Μέσα στη Μονή βρίσκονταν 966 άνθρωποι, εκ των οποίων μάχιμοι ήταν μόνο οι 250. Oι άλλοι ήταν γέροι και γυναικόπαιδα. Παρούσα ήταν και η οπλαρχηγός– ηρωίδα – Χαρίκλεια Δασκαλάκη, κόρη, σύζυγος και μάνα πολεμιστών. O πατέρας της είχε σκοτωθεί σε προηγούμενη επανάσταση, τρεις γιοι της σκοτώθηκαν στην επανάσταση εκείνης της χρονιάς, ο δε σύζυγός της ήταν απόγονος του Εθνομάρτυρα Δασκαλογιάννη. Ηγούμενος ήταν ο Γαβριήλ Μαρινάκης, εξέχουσα προσωπικότητα, αστείρευτη πηγή πατριωτισμού και θάρρους, μπολιασμένος με τις επαναστατικές ιδέες της ελευθερίας και της Ένωσης με την Ελλάδα.

Φρούραρχος ήταν ο Πελοποννήσιος νεαρός Ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δημακόπουλος, που πήγε εθελοντής στην Κρήτη, ο οποίος είπε στους μάχιμους: «Θα πολεμήσουμε ως άνδρες για την Πίστη και την Πατρίδα». Στις 8 Νοεμβρίου, μετά την λειτουργία, ο Ηγούμενος βλέποντας το τι θα ακολουθήσει, είπε στους πολιορκημένους: «Παιδιά μου, αδέλφια μου, γλυκύτερος και δικαιότερος θάνατος δεν υπάρχει από το ν’ αποθάνει κανείς υπέρ Πίστεως και Πατρίδος… Ζήτω η Ελευθερία!». Λίγο αργότερα άρχισε η λυσσαλέα επίθεση των Οθωμανών, αφού προηγουμένως οι πολιορκημένοι με απόλυτο και σαφή τρόπο απέρριψαν την άνευ όρων παράδοση. «Θα πολεμήσουμε!» είπε στους Τούρκους ο ηγούμενος, «Μόνο νεκροί θα παραδοθούμε!» και ύψωσε το Λάβαρο και τη Σημαία. Οι άνδρες πήγαν στις πολεμίστρες και τα γυναικόπαιδα τους προμήθευαν με πυρομαχικά. Επικρατούσε γενικός ενθουσιασμός, πνεύμα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας.

Όλοι πολέμησαν ηρωικά. Η Δασκαλάκαινα 3 φορές ξανασήκωσε τη Σημαία που κατέβαζαν τουρκικές σφαίρες. Οι λίγοι αψηφούσαν τους πολλούς και οι επιθέσεις τους εξουδετερώθηκαν από τους πολιορκημένους. Ο ηρωισμός και η αντρειγιά των Κρητών, δεν άφησαν περιθώρια στον Πασά να καταλάβει τη Μονή την πρώτη μέρα. Τα πολεμοφόδια όμως ήταν ελάχιστα, βοήθεια απ’ έξω δεν ήταν δυνατό να φθάσει και η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων ήταν συντριπτική. Όλα προμήνυαν το φριχτό τέλος του δράματος!

Τη νύχτα ο Γαβριήλ κοινώνησε τους πολιορκημένους, που είχαν αποφασίσει ν’ αντισταθούν «μέχρις εσχάτων». Το ίδιο βράδυ, βλέποντας ο Πάσας το πείσμα και την αυτοθυσία των Κρητών, ζήτησε ενισχύσεις, αλλά και ένα μεγάλο πυροβόλο από το Ρέθυμνο. Την επομένη, 9 Νοεμβρίου, άρχισε το δεύτερο, ακόμα πιο σφοδρό, κύμα της επίθεσης. Οι Έλληνες, αποφασισμένοι να πεθάνουν, πολεμούν με αφάνταστο ηρωισμό. Ως και οι μάνες αφήνουν τα παιδιά τους και μάχονται μαζί με τους άντρες τους. Γύρω στο μεσημέρι, οι οθωμανοί κατάφεραν να γκρεμίσουν το δυτικό τείχος της Μονής με τις «άνανδρες» βολές του πυροβόλου και εισέβαλαν λυσσασμένοι στο μοναστήρι, αρχίζοντας τη μεγάλη σφαγή. Εξαντλημένοι, πληγωμένοι αλλά και πλήρως συνειδητοποιημένοι για τα επακόλουθα που τους περιμένουν, οι τιμημένοι ακούνε τον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη να φωνάζει: «Όποιος θέλει την τιμή και την υπόληψή του να ‘ρθει να καεί μαζί μας!». Όσοι πολεμιστές και γυναικόπαιδα τον άκουσαν, τον ακολούθησαν στην μπαρουταποθήκη… O Γιαμπουδάκης άφησε ανοιχτή την πόρτα κι όταν είδε πως μπήκαν μέσα και πολλοί Τούρκοι, άδειασε την πιστόλα του στο μπαρούτι και τινάχτηκαν όλοι στον αέρα, μαζί και καμιά 100 Τούρκοι! Η πυροδότηση των βαρελιών με το μπαρούτι προκάλεσε την καταστροφή της Μονής και διαλυμένα κορμιά γέμισαν τον τόπο. Λέγεται ότι ο κρότος ακούστηκε μέχρι το Ηράκλειο, γράφοντας την τελευταία πράξη του δράματος και μία ακόμα ένδοξη σελίδα της ελληνικής ιστορίας Το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου στις 9 Νοεμβρίου 1866, αποτελεί μια αθάνατη εθνική πηγή δόξας που κτίστηκε πάνω στις ατρόμητες ψυχές όλων εκείνων των συμπατριωτών μας που είχαν την ευλογία να τιμήσουν τον αγώνα για την ελευθερία της Κρήτης. Μετά την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης, μια νεκρική σιγή απλώθηκε στο μοναστήρι για λίγες στιγμές. Σαν να θέλανε όλοι, μέσα στην ίδια την κόλαση, να τιμήσουν τους αγίους που χάθηκαν! Ο Δημακόπουλος κι οι άλλοι πολεμιστές, συνέχισαν να μάχονται στον περίβολο της Μονής, με πάθος και αυτοθυσία, αλλά η έκβαση της μάχης ήταν πια ορατή. Οι Τουρκο-κρητικοί και οι Αλβανοί «Κουράστηκαν να σκοτώνουν»! και βλέποντας τις μεγάλες απώλειές τους, όρμησαν και κατέσφαξαν όσους είχαν διασωθεί, ενώ έκαψαν τον Ναό του Σωτήρος και λεηλάτησαν τα ιερά κειμήλια. Από τους Έλληνες που βρίσκονταν στη Μονή, μόνο 3 ή 4 κατόρθωσαν να διαφύγουν, ενώ περίπου 100 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μεταξύ αυτών κι ο Δημακόπουλος, που αποκεφαλίστηκε όπως και οι περισσότεροι αιχμάλωτοι, την άλλη μέρα. Ο ηγούμενος της Μονής, είχε σκοτωθεί πριν από την ανατίναξη της μπαρουταποθήκης και το κεφάλι του παραδόθηκε στον Μουσταφά. Η Δασκαλάκαινα σώθηκε κι αποτέλεσε την βασική πηγή πληροφοριών γι’ αυτή την εποποιία. Από όλες τις θυσίες που πρόσφερε η Κρήτη μεσουρανεί το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου.

Η μονή Αρκαδίου ύψωσε το αίτημα της κρητικής ελευθερίας, συγκίνησε όλο τον χριστιανικό κόσμο και ξεσήκωσε τα φιλελληνικά αισθήματα της Ευρώπης, αλλάζοντας τη νοοτροπία και την τακτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στο Κρητικό ζήτημα. Σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι και ο Βίκτωρ Ουγκώ, πήραν θέση υπέρ του Κρητικού Αγώνα και ξένοι εθελοντές έσπευσαν να ενισχύσουν από κοντά την Επανάσταση. Ο αγώνα για την πλήρη απελευθέρωση της Κρήτης και την ένωσή της με τη μητέρα Ελλάδα, είχε πολύ δρόμο ακόμα και το αίμα που χύθηκε στη συνέχεια, επίσης, άφθονο. Όμως, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, ήταν η έκρηξη που μεταλαμπάδευσε την πίστη για μιαν ελεύθερη Κρήτη από τις ψυχές των κρητικών, στις ψυχές όλου του κόσμου. Διότι… «Η Λευτεριά μ’ ολοκαυτώματα κερδίζεται με Μάρτυρες, με Ζάλογγα κι Αρκάδια!»

Με εκτίμηση,
Το Διοικητικό Συμβούλιο

Ένωση Κρητών Αγίας Βαρβάρας “Η Μεγαλόνησος”
Μέλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Κρητικών & Πολιτιστικών Σωματείων
Αγίας Λαύρας 4 & Γούναρη Αγία Βαρβάρα Αττικής 12351
Τηλ: 210.5622519