“Aλέξη, εσύ αποφασίζεις” Άρθρο του κ. Γιάννη Γιαννιού

Λίγους μήνες μετά τη μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές η κατάσταση στη χώρα παραμένει εντελώς αβέβαιη και τα σενάρια περί Grexit αντί να ατονούν εντίνονται. Η μη επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές και η παντελής απουσία σχεδίου Β, έχουν οδηγήσει σε εξάντληση των κρατικών αποθεμάτων, οι όποιοι επενδυτές παραμένουν αδρανείς, θέσεις εργασίας όχι μόνο δεν δημιουργούνται αλλά χάνονται, και ακόμα και οι υγιείς επιχειρήσεις κινδυνεύουν να βαρέσουν κανόνι μιας και δεν υπάρχει ούτε ρευστότητα ούτε πιθανότητα δανεισμού.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιστοποιεί όλες  αυτές τις άσχημες προβλέψεις καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης υπολογίζεται για φέτος στο 0,5 %, τη στιγμή που η προηγούμενη πρόβλεψη έκανε λόγο για 2,5% ενώ το ποσοστό για το 2014 ήταν 0,8%… Ακόμα, σχετικά με τις επενδύσεις τις οποίες όλοι περιμένουμε, οι εκτιμήσεις της Κομισιόν κάνουν λόγο για μείωση της τάξεως του 3,1%, ενώ η προηγούμενη πρόβλεψη έκανε λόγο για αύξηση κατά 8,4%.  Την ίδια στιγμή οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις  βλέπουν τον τζίρο τους να μειώνεται συνεχώς και κατά το πρώτο τρίμηνο του 2015 έχουν βάλει λουκέτο 5.341 επιχειρήσεις.  Κάθε μέρα κατεβάζουν ρολά 60 μαγαζιά… Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση για να μπορέσει να πληρώσει μισθούς και συντάξεις παγώνει τις υποχρεώσεις της προς τους ιδιώτες, τους προμηθευτές, μειώνει τις επιχορηγήσεις στην υγεία και την παιδεία και καλλιεργεί το ήδη τεταμένο κλίμα αβεβαιότητας και ακινησίας.
Πέρα από την απογοητευτική πραγματικότητα, τις δυσοίωνες προβλέψεις και την αδυναμία συμφωνίας, υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο το οποίο ανά πάσα στιγμή μπορεί να τινάξει στον αέρα την κυβέρνηση. Αυτό δεν είναι άλλο από τις εσωκομματικές τριβές και διαφοροποιήσεις, οι οποίες δείχνουν αφενός ότι δεν υπάρχει κοινή γραμμή, και το σημαντικότερο, ότι δεν υπάρχει κοινή αντίληψη των πολιτικών επιλογών και αναγκαιοτήτων. Το πρόγραμμα της Θεσαλλονίκης αποτελεί ήδη μια ωραία αντιπολιτευτική ανάμνηση, όμως πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να δεχθούν την αθέτηση των προεκλογικών υποσχέσεων που αφιδώς μοίρασε η τότε αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτούς τους πρώτους μήνες η κυβέρνηση εξάντλησε τις δυνάμεις και την ορμή της σε τεχνάσματα, τσαμπουκάδες και εκβιασμούς, δίχως να έχει το παραμικρό σχέδιο όπως φάνηκε. Η κυβέρνηση αυτή, μπορεί να ζητούσε κάθε λίγο και λιγάκι εκλογές, όμως όταν εμφανίστηκαν τα πραγματικά προβλήματα και τελείωσαν οι προεκλογικές αυταπάτες ,έδειξε εντελώς ανώριμη και ανέτοιμη για να επιλύσει την κρίση. Μπορεί να μοίρασε πολλές δόσεις υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας , όμως επί του πρακτέου  ούτε τους μισθούς αύξησε όπως έλεγε, ούτε σε προσλήψεις προχώρησε. Και η λίστα των αθετημένων υποσχέσεων μόνο μικρή δεν είναι: δεν διέγραψε το μεγαλύτερο μέρος του χρέους, το «δεν πληρώνω» έδωσε τη θέση του στο πατριωτικό καθήκον της καταβολής των φόρων, ο ΕΝΦΙΑ μια χαρά παρέμεινε, ήρθε η πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, πολλοί ημέτεροι διορίστηκαν στο Δημόσιο κ.ο.κ. Αφενός πολλοί ψηφοφόροι είναι ήδη απογοητευμένοι και εξοργισμένοι με όλα αυτά, αφετέρου πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν διαχωρίσει τη θέση τους και δεν θέλουν και πολύ να βγουν στα κάγκελα και να φτάσουν στα άκρα.
Από την περήφανη διαπραγμάτευση έχουμε φτάσει ένα βήμα πριν την κατάρρευση. Αυτούς τους μήνες δεν έχει σημειωθεί καμία μα καμία πρόοδος. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά διατυμπάνιζε ότι η θέση της χώρας είναι στην Ευρώπη και την ευρωζώνη και ότι η επίτευξη της συμφωνίας πρέπει να γίνει εντός ευρωπαϊκού πλαισίου, συντηρεί τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών ένα αμιγώς αντιευρωπαϊκό πολεμικό κλίμα.  Και ένα ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι όταν και εαν υπάρξει συμφωνία, ποια στελέχη θα κληθούν να την εφαρμόσουν, τη στιγμή που τα περισσότερα βλέπουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ως τον μεγαλύτερο εχθρό.  Ποιος μπορεί να είναι σίγουρος πως και όταν υπάρξει συμφωνία τα προβλήματα θα λυθούν και οι απειλές απ’ έξω (βάσιμες και μη) θα σταματήσουν ως δια μαγείας;  Κανείς. Γιατί πολύ απλά οι ανακολουθίες της συγκεκριμένης κυβέρνησης, και μάλιστα σε τόσο μικρό διάστημα, έχουν αφήσει με το στόμα ανοιχτό και τους πιο ακραιφνείς υποστηρικτές της. Τη μεγαλύτερη ευθύνη πλεον την έχει ο Πρωθυπουργός. Έχοντας ακόμη μεγάλη αποδοχή από το εκλογικό σώμα, πρέπει να βγει μπροστά και να προχωρήσει σε μια επωφελή συμφωνία δίχως να κοιτάξει το πολιτικό εσωκομματικό κόστος και καλείται να επιλέξει με ποιους θα προχωρήσει μπροστά και ποιους θα αφήσει πίσω στο χρονοντούλαπο των ανέξοδων προεκλογικών υποσχέσεων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΙΟΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ  ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ